της Μαρίας Σούμπερτ «Όταν κοίταγα τον ήλιο με μισόκλειστα μάτια, εκείνα τα παιδικά μεσημέρια, αναρωτιόμουν πώς θα δείξω αυτό που βλέπω, κι αν οι άλλοι δεν βλέπουν το ίδιο, πώς θα τους το εξηγήσω;» Ο Βασίλης Κουτσογιάννης είναι ένας νέος εικονογράφος –μια νεότητα που φωνάζει και μόνο από τα εικοσιεπτά της χρόνια- αλλά ο λόγος του και οι εικόνες του αφήνουν να διαφανεί μια ωριμότητα μεγαλύτερων χρόνων. Τον «συνάντησα» πρώτη φορά στις «Αλλαγές» (εκδόσεις Διάπλαση) της Φραντζέσκας Αλεξοπούλου Πετράκη –που τώρα καταλαβαίνω γιατί αυτό το βιβλίο με συνέδεε με εικόνες αρχιτεκτονικές- και λίγο αργότερα στο βιβλίο της Ελένης Κατσαμά «Καλά Χριστούγεννα, κύριε Ντίκενς!» (εκδόσεις Πατάκη). Και φυσικά θέλησα να μάθω περισσότερα για εκείνον και τις τόσο ενδιαφέρουσες εικόνες που φτιάχνει. «Γεννήθηκα το 1992 στην Αθήνα όπου και μεγάλωσα, πολύ κοντά στην θάλασσα. Ξεκίνησα να σχεδιάζω από μικρό παιδί. Πέρναγα πολύ χρόνο κάνοντας αυτό και στο σπίτι αλλά και στο σχολείο. Στο νηπιαγωγείο οι δαχτυλομπογιές μου προκαλούσαν πανικό, θυμάμαι. Ήταν περίεργο, νομίζω είχε να κάνει με το ότι λερωνόμουνα πολύ και μάλλον δεν μπορούσα να το διαχειριστώ σαν παιδί. Τα όμορφα προβλήματα εκείνων των εποχών. Τα μολύβια μου ταίριαζαν, μου άρεσε να τα πιάνω, να τα κοιτάω. Σύντομα εκπαίδευσα τα δάχτυλα μου να τα χρησιμοποιούν όσο καλύτερα μπορούσαν, σε κάθε φάση της ζωής μου. Όταν κοίταγα τον ήλιο με μισόκλειστα μάτια, εκείνα τα παιδικά μεσημέρια, αναρωτιόμουν πώς θα δείξω αυτό που βλέπω, κι αν οι άλλοι δεν βλέπουν το ίδιο, πώς θα τους το εξηγήσω; Όλα κουνιούνται, πώς θα τα αποτυπώσω σε μια στατική εικόνα; Μια γλυκιά αγωνία με ωθούσε όλο και πιο πολύ προς τα εκεί. Η ιδέα ότι κάποια μέρα θα μπορώ να αποτυπώνω αυτό ακριβώς που νιώθω, πάνω στο χαρτί, μου έφερνε ένα γαργαλητό στο στομάχι. Ακόμα μου φέρνει. Ανυπομονώ! Αφιέρωσα πολύ χρόνο στο σχέδιο. Ήταν αυτό που μου έδιωχνε τον πανικό, αυτό που με ηρεμούσε, αυτό που με ταξίδευε. Μου ήταν πολύ απλό και λογικό να ασχολούμαι με αυτό. Καμιά φορά συνειδητοποιώ ότι κάνω αυτό που μου αρέσει και πως αυτό δεν είναι αυτονόητο και ενθουσιάζομαι, αλλά δεν μπορώ να είμαι μονίμως ενθουσιασμένος, με κουράζει.
Ήθελα να σπουδάσω ζωγραφική γιατί ένιωθα ότι αυτό ήξερα να κάνω. Σαν έφηβος μου φαινόταν τρομαχτική η τυχαιότητα των εξετάσεων της ΑΣΚΤ. Η μητέρα μου ήθελε να ασχοληθώ με το σχέδιο, αλλά με έσπρωξε προς την Αρχιτεκτονική. Γνώρισα κάποιους ανθρώπους που με ενέπνευσαν και μου εξήγησαν το βάθος και τις δυνατότητες της αρχιτεκτονικής και σιγά σιγά άρχισα να το θέλω και εγώ. Δεν ήξερα που θα με πάει ακριβώς αλλά ένιωθα ότι θα μου δώσει πολλά εφόδια. Πέρασα με την δεύτερη στο ΕΜΠ και ολοκλήρωσα τις σπουδές μου το 2018. Έμαθα πολλά, αλλά κυρίως να σκέφτομαι, να δουλεύω, να στρώνομαι και να έχω πειθαρχία. Είδα διάφορες εφαρμογές που μπορεί να έχει το σκίτσο και το χρώμα πάνω στην συνθετική διαδικασία. Διαρκώς προσπαθούσα να εξελίσσω το σχέδιο μου, παρότι δεν ήταν το ζητούμενο. Είδα ότι όλα μπορούν να συνδυαστούν και κατέληξα όντως να εικονογραφώ τις ιδέες μου. Πάντα έσπρωχνα τις σπουδές προς την τέχνη. Με την καθαρή εικονογράφηση άρχισα να καταπιάνομαι το 2013, με αφορμή ένα μάθημα στην σχολή, που αποφάσισα να εικονογραφήσω ένα τραγούδι των Κόρε. Ύδρο. σε σχέση με την έννοια του σπιτιού και με την γειτονιά των Εξαρχείων. Είδα ότι μπορούσα να δώσω μια άλλη διάσταση σε ένα ήδη υπάρχον έργο και αυτό με έκανε να αρχίσω να ονειρεύομαι. Δεν ήξερα τι ακριβώς ήθελα να κάνω με αυτό αλλά σίγουρα ήθελα να το έχω μέσα στην ζωή μου με έναν τρόπο. Άρχισα να κυνηγάω διαγωνισμούς για να καταφέρω να μπω κάπως στον χώρο των εκδόσεων και των παραμυθιών. Τον πρώτο διαγωνισμό που κέρδισα ξεκίνησα να τον δουλεύω μέσα σε ένα νοσοκομείο όπου βρέθηκα για κάποιους μήνες. Αυτό μου έδωσε μια μεγάλη αυτοπεποίθηση και μάρκαρε μια αρχή που ένιωσα ότι δεν θα μπορούσε να γίνει καλύτερα. Από τότε ασχολούμαι ενεργά με αυτό και με τις προεκτάσεις του. Δεν είναι τόσο ξεκάθαρο ακόμα στο μυαλό μου τι κάνω, ή πού θα ήθελα αυτό να με οδηγήσει αλλά μου αρέσει που δεν είναι κάτι αυτονόητο και περιορισμένο. Μου δίνει την δυνατότητα να το αλλάζω και να αλλάζω και εγώ μέσα από αυτό. Οι φίλοι και οι συγγενείς συχνά σχολιάζουν ότι όλο αυτό δεν είναι σταθερό και πως ίσως πρέπει να βρω μια κανονική δουλειά. Δεν είμαι σίγουρος τι νιώθει ο καθένας σαν κανονικό. Ίσως μια δουλειά που να μην σου δίνει τόση ευχαρίστηση; Μια δουλειά που να μην την κάνεις τόσο καλά; Είναι αλήθεια πως αυτό το επάγγελμα, ακόμα και σήμερα, δεν είναι κατανοητό και για πολλούς ανθρώπους, δεν έχει καν υπόσταση. Πολλοί θεωρούν ότι δεν χρειάζεται να πληρώνεται και πως είναι πολύ εύκολο και απλό να το κάνεις, όπως ένα χόμπι. Δεν έχω σχόλια πάνω σε όλα αυτά, απλά τα παραθέτω γιατί είναι μια πραγματικότητα. Κάθε φορά που μου δίνεται ένα καινούριο κείμενο νιώθω ότι γνωρίζω έναν καινούριο άνθρωπο. Στην αρχή είμαι μαγκωμένος, δεν ξέρω ακριβώς πώς να τον προσεγγίσω, δοκιμάζω διάφορα, κάποια πιάνουν, κάποια όχι. Οπότε μέσα από αυτήν την διαδικασία αρχίζω να δένομαι και δημιουργώ σχέση μαζί του. Κάποια στιγμή φτάνω να τον ονειρεύομαι, να με κουράζει, να με βασανίζει, να με λυτρώνει. Να νιώθω ότι είναι προέκτασή μου. Ώσπου πρέπει να πω αντίο. Το αντίο στα βιβλία είναι όταν στέλνονται στο τυπογραφείο. Δεν υπάρχει γυρισμός. Και με έναν τρόπο είναι ωραίο που δεν υπάρχει η επιλογή του γυρισμού. Υπάρχει κάτι πολύ γοητευτικό σε όλη αυτήν την διαδικασία. Ξεκινάω πάρα πολύ εσωτερικά και ατομικά. Είμαι μέσα στο εργαστήριό μου, πολύ μόνος. Κάνω μεγάλες παύσεις, χάνομαι λίγο, πηγαίνω βόλτες, τοποθετώ πολλές εικόνες μπροστά στα μάτια μου. Όλες οι παλέτες γύρω μου φαίνεται σαν να μην ταιριάζουν με αυτό που έχω να κάνω. Τα τραγούδια όλα μιλάνε για κάτι άλλο και όχι για αυτό που εγώ σκέφτομαι. Και μέσα σε όλο αυτό πιάνω το μολύβι και το αφήνω, το ξαναπιάνω, το ξαναφήνω. Ώσπου ξάφνου, κάποια στιγμή οι ιδέες μου αρχίζουν και παίρνουν μορφή. Πιάνω το μολύβι και δεν το ξαναφήνω. Είναι όλο αυτό για μένα μια διαδικασία που κάθε της στιγμή μετράει για το αποτέλεσμα. Δεν είναι μονάχα ό,τι γίνεται πάνω στο σχεδιαστήριο αλλά είναι κυρίως όλα τα υπόλοιπα που έχουν σημασία. Μιλάω με τον συγγραφέα και τον εκδότη, αρχίζει να ανοίγει ο κύκλος. Και κάποια στιγμή όλο αυτό το εσωτερικό ανοίγει διάπλατα! Βλέπω το βιβλίο στην βιτρίνα, απόλυτα εκτεθειμένο και εκπλήσσομαι κάθε φορά σαν να ήταν η πρώτη. Είναι εκείνη η στιγμή που θυμάμαι γιατί δούλευα τόσο καιρό. Στην ουσία δουλεύεις για κάποιον άλλο και όχι για σένα. Αλλά αν δεν απευθυνθείς πρώτα από όλα στον εαυτό σου δεν μπορείς να κάνεις τίποτα, θεωρώ. Κάθε project μου δίνει κάτι άλλο, που ποτέ δεν μπορώ να προβλέψω τι θα είναι. Είναι ένα αστείο παιχνίδι που όμως είναι και η ουσία αυτής της δουλειάς. Νιώθω κάθε φορά πως έμαθα ό,τι ήτανε να μάθω και κάθε φορά ξαναμαθαίνω πως τίποτα δεν ήξερα». Comments are closed.
|
ΧΟΡΗΓΟΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ
ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ
ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ This section will not be visible in live published website. Below are your current settings: Current Number Of Columns are = 2 Expand Posts Area = Gap/Space Between Posts = 10px Blog Post Style = card Use of custom card colors instead of default colors = Blog Post Card Background Color = current color Blog Post Card Shadow Color = current color Blog Post Card Border Color = current color Publish the website and visit your blog page to see the results Archives
July 2024
|
Αλκίφρονος 3 - Κάτω Πετράλωνα
Αθήνα Τ.Κ. : 11835
[email protected]
[email protected]
www.theathinaiart.com
Όροι χρήσης: Με βάση το Ν. 2121/93 περί μη αναδημοσιεύσιμου μέρους ή όλου του κειμένου
χωρίς άδεια του υπογράφοντος