της Γεωργίας Τσούρου Η επιστροφή στο σπίτι για τις γιορτές των Χριστουγέννων, ενέχει μια θαλπωρή τόσο αυτονόητη που για όσους την έχουν απωλέσει, είναι μαχαιριά στην καρδιά. Πέντε χρόνια φέτος χωρίς την μητέρα μου, δεν λέω να συνηθίσω την απουσία της, ούτε τις καθημερινές, αλλά ούτε τις ημέρες όπου θα λάμβαναν χώρα τα δια παντός ακυρωθέντα εορταστικά μαζέματα. Τα τεμπέλικα ξυπνήματα των συνομηλίκων μου στο πατρικό τις παραμονές των Χριστουγέννων, ο καφές στην κουζίνα της μαμάς με τις πιτζάμες ακόμα όσο εκείνη καθαρίζει πατάτες για το ψητό της παραμονής, όλα εκείνα τα «τι να σου φτιάξω για πρωϊνό, θα φάμε αργά απόψε», τα κλεφτά φιλιά της στην κορυφή του κεφαλιού την ώρα που δαγκώνεις το τοστ («- μου έλειψες, όλο δουλεύεις - έλα ρε μαμά…») τα ζηλεύω με πάθος. Εκπαιδεύομαι εντατικά πέντε χρόνια τώρα στην απουσία της και όσο κι αν λέω πως τα καταφέρνω, τα Χριστούγεννα αποτελούν ξανά και ξανά την εκφώνηση ενός προβλήματος στο οποίο, κι αν παλεύω, θα αποτυγχάνω να βρω μια λύση. Υπάρχουν πάντα κάποιες μηχανικές κινήσεις που μπορείς να κάνεις, ελπίζοντας η καρδιά σου να πιάσει το μήνυμα και να συντονιστεί με το υπόλοιπο σώμα. Σχεδόν απαρηγόρητη από τη νοσταλγία, θα στολίσω το δέντρο, θα ψήσω μελομακάρονα να μυρίσει το σπίτι, θα ανάψω το τζάκι, θα βάλω μουσική, θα πάρω ένα φρέσκο βιβλίο να διαβάσω. Απόψε, λίγες μόνο μέρες πριν τα Χριστούγεννα, διαβάζω την «Ωραιότερη ιστορία του κόσμου», την οποία αφηγείται ο Παντελής Καλιότσος. Ο Καλιότσος είναι ένας από τους πρώτους συγγραφείς που με έκαναν σαν παιδί να γελάσω διαβάζοντας επανειλημμένα το πανέμορφο βιβλίο του «Τα ξύλινα σπαθιά». Τον αγαπώ και τον εμπιστεύομαι σαν παλιό φίλο κι έτσι παίρνω το μικρό βιβλιαράκι του (μόλις 126 σελίδες) στο χέρι και κουλουριάζομαι στον καναπέ. Στο εξώφυλλο ένας στρατιώτης του Α΄ παγκοσμίου πολέμου, διαβάζει κι αυτός ένα βιβλίο μέσα σε ένα χαράκωμα που λαμπυρίζει από τη βροχή. Είναι κοντοκουρεμένος, με το κεφάλι σκυφτό πάνω στο βιβλίο και φοράει ένα μακρύ παλτό. Κι αυτός σαν κι εμένα ψάχνει παρηγοριά για τη νοσταλγία μέσα στις σελίδες, μόνο που εκείνος κατά πάσα πιθανότητα δεν νοσταλγεί μόνο τη μάνα του, αλλά τον κόσμο του όλο και τον ίδιο του τον εαυτό. «Δεν θέλω να σε στεναχωρήσω, μητέρα, αλλά αναγκάζομαι να στο πω: Ο θάνατος, υπό ομαλές συνθήκες είναι κάτι που δεν συνηθίζεται: και δεν συνηθίζεται γιατί στη ζωή μας γίνεται μόνο μια φορά. Εμείς εδώ όμως τον συνηθίσαμε διότι είναι καθημερινός όπως το φαγητό.» Η ιστορία είναι γνωστή: Πρόκειται για την ανακωχή των Χριστουγέννων του 1914. Φαντάροι και εχθροί στα χαρακώματα έπαυσαν πυρ και γιόρτασαν τα Χριστούγεννα σαν μια μεγάλη δυσλειτουργική οικογένεια, αναζητώντας τη θαλπωρή στο οικείο. Μακριά από το σπίτι τους, μακριά από την ασφάλεια και αγνοώντας το αν επόμενη ημέρα θα ξημερώσει, πέρασαν την παραμονή κάνοντας ό,τι το σώμα μαθαίνει από παιδί να κάνει την μέρα εκείνη: να τρώει, να ανταλλάσσει φιλιά και «δώρα», να ηρεμεί, και προσωρινά να μην εύχεται το κακό του άλλου. Το νόημα των Χριστουγέννων, είναι ανακεφαλαιωτικό: λίγο πριν το τέλος του χρόνου, η καρδιά και το μυαλό θέλουν να συμμαζευτούν, να ησυχάσουν, να συνοψίσουν και να πάνε παρακάτω. Όσο δε το παρακάτω είναι αβέβαιο, τόσο η ανάγκη για οικειότητα είναι βασανιστική. «Είναι απίθανο φυσικά να συναντήσω ξανά τον Αντρέ, καθώς είναι βέβαιο ότι μετά τα Χριστούγεννα θ΄αρχίσουμε πάλι να σκοτωνόμαστε. Το πιο τρομερό μάλιστα είναι να σκοτώσω εγώ τον Αντρέ, αυτό είναι το πιο τρομερό. Ξέχασα να σου πω ότι, βγαίνοντας, μου έφερε ένα ζευγάρι μικρές σοκολάτες κι ένα κουτί καπνό. Λυπήθηκα πολύ που δεν το σκέφτηκα να του φέρω κι εγώ κάτι. Ξήλωσα ένα κουμπί από τη χλαίνη μου και του το έδωσα για ενθύμιο […]. Η αφήγηση του Καλιότσου, την οποία αποτελούν αποσπάσματα αλληλογραφίας των στρατιωτών που έζησαν την ανακωχή, ημερολόγια πολέμου, αποφάσεις των Στρατηγείων και φωτογραφίες από τα χαρακώματα, δεν είναι σπόιλερ να πω ότι τελειώνει με την αποκαρδιωτική φράση «Κι ο πόλεμος ξανάρχισε.» Την αλήθεια αυτή την περιέχουν όλα τα βιβλία ιστορίας του κόσμου και είναι δεδομένη, μια και το παρελθόν δεν αλλάζει. Όμως χαράματα μετά τη γιορτή, όπου και όπως να σε βρήκε αυτή, με τα «σβησμένα στη σαμπάνια βεγγαλικά»*, και τις άδειες πια πιατέλες στοιβαγμένες σε μια άκρη του πάγκου ή να στεγνώνουν ήδη στη σχάρα του νεροχύτη («σοβαρά ρε μαμά; θα πλύνεις πιάτα τέτοια ώρα;..»), με την καρδιά να έχει πάρει πρόσταγμα από το σώμα που παρηγορήθηκε έστω και προσωρινά από τα αγγίγματα και τις μυρωδιές, νιώθεις για λίγο ότι το μέλλον είναι ακόμα άγραφο και πως τα ωραιότερα Χριστούγεννα κι οι ωραιότερες ιστορίες είναι ακόμα μπροστά. Η ΩΡΑΙΟΤΕΡΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ ΑΦΗΓΗΣΗ: ΠΑΝΤΕΛΗΣ ΚΑΛΙΟΤΣΟΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΠΑΤΑΚΗ ISBN 978 960 16 23085 *«Χριστούγεννα», μουσική/στίχοι Φοίβος Δεληβοριάς Comments are closed.
|
ΧΟΡΗΓΟΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ
ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ
ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ This section will not be visible in live published website. Below are your current settings: Current Number Of Columns are = 2 Expand Posts Area = Gap/Space Between Posts = 10px Blog Post Style = card Use of custom card colors instead of default colors = Blog Post Card Background Color = current color Blog Post Card Shadow Color = current color Blog Post Card Border Color = current color Publish the website and visit your blog page to see the results Archives
July 2024
|
Αλκίφρονος 3 - Κάτω Πετράλωνα
Αθήνα Τ.Κ. : 11835
[email protected]
[email protected]
www.theathinaiart.com
Όροι χρήσης: Με βάση το Ν. 2121/93 περί μη αναδημοσιεύσιμου μέρους ή όλου του κειμένου
χωρίς άδεια του υπογράφοντος