της Μαρίας Σούμπερτ Αυτές τις ημέρες της Μεγάλης Εβδομάδας, που δεν την καταλαβαίνω ως τέτοια. Που δεν υπάρχει ένα πρόγραμμα εξωτερικό που θα θέσει τα όρια της εργασίας και των διακοπών, με μοναδική υπενθύμιση τις ταινίες στην τηλεόραση που βλέπουμε κάθε χρόνο τέτοια εποχή, που ο θάνατος και το πένθος προσπαθούν να περάσουν από δίπλα μας –αλλά τα ζούμε με έναν διαφορετικό τρόπο εδώ και έναν μήνα στη χώρα μας, αλλά εδώ και περισσότερους μήνες παρακολουθώντας τις εξελίξεις σε παγκόσμιο επίπεδο. Αυτές τις ημέρες που πενθούμε έναν τρόπο ζωής, ένα κοινωνικό και ένα σχεσιακό μοντέλο που πλέον δεν μπορούν να ακολουθήσουν την επικαιρότητα. Αυτές τις μέρες θυμάμαι τη γιαγιά μου. Πριν από περίπου μια δεκαετία, η γιαγιά μου πέθανε στο σπίτι μας. Σε ένα νοσοκομειακό κρεβάτι, με μια γυναίκα να κοιμάται μαζί της και να τη φροντίζει, στον ξενώνα του πατρικού μου σπιτιού. Τότε που η κρίση δεν είχε χτυπήσει ακόμα και κάτι τέτοιο ήταν εφικτό. Δεν ξέρω αν λόγω της άνοιας είχε την δυνατότητα στα τελευταία της να εκφράσει αυτό που ήθελε, να ζητήσει κάτι, να επικοινωνήσει κάτι –μετά το τελευταίο εγκεφαλικό μάλιστα έμοιαζε να έχει μείνει εντελώς φυτό. Θυμάμαι όμως ακόμα –και δε νομίζω να το ξεχάσω ποτέ- πως ένα απόγευμα που είχα καθίσει λίγο μαζί της, το στόμα της σχημάτισε τις λέξεις «Θέλω να πεθάνω». Είχα σοκαριστεί. Γιατί δεν ήταν εικόνα ανθρώπου εν ζωή αυτή. Κι εγώ ήθελα να πεθάνει. Το τελευταίο στάδιο του πένθους όπως τα όρισε και τα παρατήρησε η Αμερικανοελβετίδα ψυχίατρος Elisabeth Kübler-Ross, εκείνο της αποδοχής, ήταν αυτό που θέλω να πιστεύω πως είχε πετύχει να φτάσει ακόμα και μια γυναίκα που είχε υποστεί τις συνέπειες της άνοιας και τους εγκεφαλικού. Γιατί το βιβλίο που μεταφράστηκε στα ελληνικά πενήντα χρόνια από την πρώτη του έκδοση, μπορεί ξεκάθαρα να παρουσιάζει μια εικόνα της αμερικανικής κοινωνίας της δεκαετίας του ’60, σε πολλά σημεία όμως μοιάζει ακόμα με την σύγχρονη ελληνική κοινωνία. Η απουσία συζήτησης γύρω από το θάνατο μέσα στην οικογένεια, η «προστασία» των ανηλίκων και δη των μικρών παιδιών από το πένθος και την απώλεια, η χρήση «ευκολότερων» όρων όπως το «κοιμήθηκε» και το «έφυγε», δημιουργούν μια ψευδή εικόνα του τέλους της ζωής που φυσικά το μόνο αποτέλεσμα που έχουν είναι να αυξάνουν το άγχος και την αγωνία γύρω από αυτό. Στην εισαγωγή του ο Αθανάσιος Αλεξανδρίδης γράφει πως «Μιλώντας με τους «λήγοντες», η γιατρός – ερευνήτρια έδειξε πως ο Λόγος της Ζωής, λόγος με τον οποίο το άτομο μιλά για την οδύνη του, τον πόνο του, την οργή του για την απώλεια της ζωής του, Λόγος Επιθυμίας – γιατί οργίζομαι ή θρηνώ μόνο όταν χάνω αυτό που επιθυμώ-, είναι ο μόνς και ουσιαστικός σύντροφος για τους θνήσκοντες, για τους συνοδεύοντες οικείους τους και τους θεράποντες». Και για αυτούς τους ανθρώπους η αποεπένδυση από τα οικεία και αγαπητά αντικείμενα της ζωής τους είναι η τελική αυτή φάση, στην οποία η αποδοχή μπορεί να μην μοιάζει με την εικόνα που ίσως να ανακούφιζε τους συγγενείς και οικείους, βοηθά όμως τα άτομα να προχωρήσουν σε ένα άγνωστο ταξίδι, σε αυτό που κανείς δεν ξέρει και κανείς δεν καταλαβαίνει. Η Elisabeth Kübler-Ross υπογράμμισε τη σημασία του να μπορεί να μιλήσει ο βαριά και ανίατα ασθενής, εκείνος/η που λήγει σιγά σιγά η ζωή του. Υπογράμμισε όμως και τη σημασία του να μιλήσουν οι οικείοι του, τα μέλη της οικογένειάς του για να μπορέσουν κι εκείνοι να αντιμετωπίσουν το δύσκολο και ακατανόητο ζήτημα του θανάτου. Γιατί ακόμα και το θυμωμένο παιδί που έχει ευχηθεί να πεθάνει η μητέρα του, θα χρειαστεί στήριξη ώστε να μην πνιγεί από τις ενοχές και την πεποίθηση πως το ίδιο προκάλεσε το θάνατο. Αν κάτι όμως παραμένει απίστευτα σύγχρονο, είναι η συνειδητοποίηση της συγγραφέα- ερευνήτριας πως «ο άνθρωπος στην ουσία δεν έχει αλλάξει. Ο θάνατος παραμένει ακόμα ένα τρομακτικό, φρικιαστικό συμβάν, και ο φόβος του θανάτου είναι κοινός ανθρώπινος φόβος, ακόμη και αν νομίζουμε πως τον έχουμε ελέγξει με πολλούς τρόπους». Αναρωτιέμαι λοιπόν πώς πιστεύουμε πως τον έχουμε ελέγξει… Ίσως αφαιρώντας από τη βιβλιοθήκη μας παραμύθια που εμπεριέχουν το θάνατο, αφαιρώντας την λέξη του θανάτου από το λεξιλόγιό μας, αποστερώντας τα παιδιά μας από την συμμετοχή στο κοινό πένθος και την κοινή απώλεια. Και κάπως έτσι φτιάχνουμε τον δικό μας φαύλο κύκλο. Γιατί είμαστε άνθρωποι και αδυνατούμε να συλλάβουμε την έννοια του θανάτου. Παρ’ ότι φέτος, εν έτη 2020, αυτός έχει έρθει και έχει σταθεί έξω από την πόρτα καθενός από εμάς. Elisabeth Kübler-Ross Πλησιάζοντας τον θάνατο Τα πέντε στάδια του πένθους Μετάφραση: Βαγγέλης Προβιάς Εκδόσεις Ίκαρος ISBN: 978-960-572-312-5 Τιμη: €18,00 Comments are closed.
|
ΧΟΡΗΓΟΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ
ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ
ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ This section will not be visible in live published website. Below are your current settings: Current Number Of Columns are = 2 Expand Posts Area = Gap/Space Between Posts = 10px Blog Post Style = card Use of custom card colors instead of default colors = Blog Post Card Background Color = current color Blog Post Card Shadow Color = current color Blog Post Card Border Color = current color Publish the website and visit your blog page to see the results Archives
July 2024
|
Αλκίφρονος 3 - Κάτω Πετράλωνα
Αθήνα Τ.Κ. : 11835
[email protected]
[email protected]
www.theathinaiart.com
Όροι χρήσης: Με βάση το Ν. 2121/93 περί μη αναδημοσιεύσιμου μέρους ή όλου του κειμένου
χωρίς άδεια του υπογράφοντος