του Παναγιώτη Παπαϊωάννου 40 Αληθινά Όσκαρ: Ένα countdown συγγνωστής μονομέρειας. Η τέχνη, συμπεριλαμβανομένου του κινηματογράφου, απευθύνεται, σε όλους, έτσι δεν είναι; Και στους αντιλανθιμικούς, και σ’ όσους έχουν την υποψία ότι το «Τζόκερ» δεν είναι αριστούργημα κοινωνικής αφύπνισης και σ’ όσους δεν έχουν μείνει στον Ταρκόφσκι, ή τον Αγγελόπουλο, αλλά και στη γενιά του Νετφλιξ, που ενδέχεται να πάθει οπτικοακουστικό ταράκουλο εμπρός σε οποιαδήποτε οθόνη μεγαλύτερη του κινητού της. Με την τελετή των αγαλματιδίων να είναι ένα ετήσιο γκαλά μιας βιομηχανίας, αυτής της βιομηχανίας που φτιάχνει τα όνειρά μας, δράττομαι της ευκαιρίας να θυμίσω 40 αληθινά Όσκαρ. Ταινίες απ’ αυτές που ανεξαρτήτως αν προτάθηκαν ή όχι για κάποιο αγαλματάκι, έχουν μεγαλώσει γενιές και διαμορφώσει αισθητικά κριτήρια. Δεν είναι τα «καλύτερα», δεν είναι πιθανόν ούτε «τα σπουδαιότερα», δεν είναι σίγουρα «αυτά με τα περισσότερα εισιτήρια» και δεν είναι τοποθετημένα σε καμία σειρά πλην της χρονολογικής. Έχουν επιλεγεί από τον γράφοντα με ένα μοναδικό κριτήριο, το πόσο ευχάριστα τις ξαναβλέπω μέσα στα χρόνια και, θαρρώ, έχουν όλες τους ένα κοινό: κάποια σημαντικά πράγματα να πουν, τιμώντας την έννοια του κινηματογράφου ως τέχνης, ως γλώσσας, που διασώζει νοήματα και μηνύματα. Γι’ αυτό και συναποτελούν, πολλών από μας, την ανεκτίμητη οπτικοακουστική κιβωτό. 1. "Η Γέφυρα Του Ποταμού Κβάϊ" (1957, του David Lean, με Alec Guiness, William Holden, Jack Hawkins Sessue Hayakawa). Το πρώτο τόσο διαφορετικό «πολεμικό» έργο που είδαν τα προεφηβικά μου μάτια (καθώς κάποτε τα σινεμά, έπαιζαν και «παλιά»). Το σφύριγμα των περήφανων βρετανών αιχμαλώτων εγγράφεται στο νου για μια ζωή. Από την πρώτη θέαση, ταύτιση με τον κυνικό και κρυφο-μπον βιβέρ, Γουίλιαμ Χόλντεν. Η σεκάνς με την ανατίναξη της γέφυρας στο τέλος κορυφαία κινηματογραφική απόδοση, που ξεπερνάει τις σελίδες του βιβλίου, το οποίο και πήρα και διάβασα αμέσως μετά. Όσκαρ φλέγματος (μακράν) : Σερ Άλεκ Γκίνες. 2. The Wild Bunch (1969, του Sam Pekinpah, με William Holden, Robert Ryan, Warren Oates, Ernest Borgnine, Ben Johnson, Jaime Sanchez). Η μεγαλύτερη συλλογή επικών καθαρμάτων από καταβολής western. Αν αθροίσεις το ταλέντο που ενυπάρχει σε μια ρυτίδα του Χόλντεν, στο αραιοκατοικημένο μουστάκι του Όουτς, στο αχανές βλέμμα του Τζάκσον και στο προγούλι του Μποργκνάϊν και βάλεις στη ζυγαριά απέναντί τους τα ¾ του της ιστορίας του Χόλυγουντ, δεν είμαι και τόσο σίγουρος προς τα πού θα κλίνει το ζύγι. Αναχωρητισμός, προδοσία και αυταπάρνηση σ’ ένα ωμό κοκτέϊλ, με τους σκοτωμούς – μια από τις πρώτες φορές στην ιστορία - σε αργή κίνηση. Όσκαρ “That’s What I Call Western”: Σαμ Πέκινπα. 3. The Last Picture Show (1971, του Peter Bogdanovich, με Timothy Buttons, Jeff Bridges, Cybil Shepperd, Ellen Burstyn). Οι ιστορίες ωρίμανσης υπάρχουν στο σινεμά για να σημαδεύουν ζωές. Η σχέση των δύο αδερφικών φίλων, ο ένας πιο εγκεφαλικός, ο άλλος πιο ελαφρύς και στη μέση το θηλυκό αντικείμενο του πόθου της γενιάς τους (πιο ρηχό κι από ξεροπόταμος στη Νεβάδα). Ανεπανάληπτοι δεύτεροι ρόλοι (Μπεν Τζάκσον, Έλεν Μπέρστιν και Κλόρις Λήτσμαν εκπληκτικοί), αποσύνθεση της μικρής κοινωνίας και στο τέλος μια προβολή στο σινεμά της πόλης που δίνει στον καθένα τον δρόμο του. Όσκαρ σεκάνς «παρ' ολίγον υλοποίηση φαντασίωσης»: Σύμπιλ Σέπερντ – Τίμοθυ Μπάτονς στο αυτοκίνητο. 4. Vanishing Point ("Σαν Φρανσίσκο Ώρα Μηδέν") (1971, του Richard Sarafian, με Barry Newman, Cleavon Little). Το road movie που -στη σωστή εποχή- μεταμορφώνεται σε αντίπραξη εκ των ενόντων, συγκρούεται μετωπικά με το αμερικάνικο όνειρο και το κάνει ένα μάτσο λαμαρίνες. Μουσικάρες throughout και υποδώριο κοινωνικό σχόλιο που ζητάει προσοχή. Όσκαρ βλοσυρού αντιήρωα: Μπάρυ Νιούμαν (και τα μυαλά στη φαβορίτα). 5. Aces High (1975, του Jack Gold, με Malcolm McDowell, Peter Firth, Christopher Plummer). Πιο δυνατό από το «Ουδέν Νεώτερον Από το Δυτικό Μέτωπο»), βρετανικό μέχρι κόκκαλο και ηρωϊκό, ως προερχόμενο από τον τελευταίο πόλεμο όπου οι εχθροί έφεραν κάποια ίχνη ιπποσύνης. Η αντίστιξη της αθωότητας στο πρόσωπο του άψητου Πήτερ Φερθ με το δυσοίωνο, γυάλινο μάτι του βετεράνου ΜακΝτάουελ είναι μια ταινία από μόνη της. Όσκαρ σκηνοθεσίας «πετάξτε το Τοπ Γκαν στον απόπατο»: Τζακ Γκολντ. 6. Monty Python's Life of Brian ("Ένας Προφήτης Μα Τί Προφήτης") (1979, του Terry Jones με Michael Palin, Graham Chapman, Eric Idle, Terry Gilliam). Καταιγισμός εγκεφαλικού χιούμορ και γέλιο μέχρι κολικού από την πρώτη σκηνή μέχρι την τελευταία. ("We are three wise men" - "Well, what are you doing creeping under in 3 o’ clock in the morning, that doesn’ t sound very wise to me”). Σκηνές ανθολογίας (Bigus Dicus, λιθοβολισμός, παζάρι για το ψεύτικο μούσι, “I want to be called Loretta” και δεκάδες άλλες). Όσκαρ happy ending : “Αlways look at the bright side of life”, επί ξύλοι κρεμάμενοι και εν χορώ». 7. And Justice For All (1979, του Norman Jewison με Al Pacino, Jack Warden, John Forsythe, Lee Strasberg). Δέσμη ρεαλιστικών λεπτομερειών που αντιλαμβάνεται μέχρι το μεδούλι μόνον όποιος ζει στα ακροατήρια των δικαστηρίων. Νευρωτικές και κυνικές έδρες, ανάλγητο σύστημα ποινικής δικαιοσύνης, αναξιόπιστοι «συνάδελφοι», διεφθαρμένες αρχές, όλα περίπου όσα ζει ένας δικηγόρος καθημερινά και πρέπει να τ’ αντιμετωπίσει και να επιβιώσει, χωρίς να πάθει τουλάχιστον νευρικό κλονισμό. Κυρίαρχη υπόμνηση: Μόνο με ενόρκους θα απονεμόταν κάπως πιο αξιόπιστα η δικαιοσύνη - αναρωτηθείτε γιατί δεν συμπαθούν το θεσμό οι δυσλειτουργοί του χώρου. “…What is the intention of justice? Is to see the guilty people are to proven guilty and that the innocent are free. Simple, isn’t it? Although it’s not that simple…”. Όσκαρ αγόρευσης : στον επικό “(...) Ηe should go right to f#$@kin’ jail!!!” Αλ Πατσίνο. 8. The Blues Brothers (1980, του John Landis, με John Belushi, Dan Aykroyd). Η ψυχή τριών δεκαετιών ρυθμ ’ν’ μπλουζ, σόουλ και ηλεκτρικού μπλουζ, σε μια αφασιακή ταινία - τζαμάρισμα. Οι σκηνές των συναυλιών τεχνητή αναπνοή στο χειλάκι του κάθε πικραμένου, ο Τζον Μπελούσι (που έχει ήδη ορίσει φιλμικά τον σταρχιδισμό με το «Animal House» δύο χρόνια πριν) είναι η ενσάρκωση του ροκ ’ν’ ρολ, ασχέτως είδους και εποχής, κι ο Ακρόϋντ το καλύτερο άλτερ έγκο πρωταγωνιστή μετά τους «Χοντρό Λιγνό». Παρέλαση μουσικών τιτάνων (Aretha, Ray Charles, James Brown, οι ίδια η μπάντα) με το σενάριο να γίνεται γιορτή, αυτοκινητοκυνηγητό - αφορμή για χάσιμο στα ποπ κορν και η διακωμώδηση των «Ιλλινόϊ Νάτζις» το πιο εύγλωττο σχόλιο για κάθε μορφής ολοκληρωτισμό, που τον πετάει η μουσική να πνιγεί. Μου έχει φτιάξει πολλές νύχτες και πάω στοίχημα ότι θα μου φτιάξει ακόμη περισσότερες. Όσκαρ θεήλατης αποστολής : στην ατάκα “We’re In A Mission From God”, ειπωμένη από τον μοναδικό Μπελούσι. 9. Blade Runner (1982, του Ridley Scott με Harrison Ford, Rutger Hauer, Daryll Hanna). Κάπου ’δω δικαιολογείται ένα καλό home cinema. Trip μοναδικό σε σκηνικό ύφος (η πειστικότερη απεικόνιση της μεγαλούπολης σε στυλ Hong Kong με το κέντρο σε μεταλλαγμένη παρακμή), σε πλοκή (replicas αναπτύσσουν δικά τους συναισθήματα, παρά τη φυτεμένη μνήμη), σε «μήνυμα» (το μεγαλείο της ανθρώπινης φύσης), αλλά και σε αμφισημία (είναι τελικά ο Ντέκαρτ κι αυτός replica;). Ο Ρούντγκερ Χάουερ και μόνο αυτήν την ταινία να είχε παίξει στην καρριέρα του θα έμπαινε στο πάνθεον των «κακών με λόγο ύπαρξης πολλαπλάσιων καλών». Ο Φόρντ, πριν εκποιήσει κάθε υποκριτική στη δολλαριοθάλλασα του Σπήλμπεργκ. Μουσική Βαγγέλη Παπαθανασίου, ορόσημο, σε κάθε σκηνή. Ταινία που από μόνη της δικαιώνει το είδος «ταινία επιστημονικής φαντασίας». Προσωπική αδυναμία στη βερσιόν με το voice over - όχι στο Director’s Cut. Όσκαρ καταληκτικού μονολόγου : “I’ ve seen things you wouldn’t believe. Attack ships on fire off the shores of Orion… I watched sea beams glitter in the dark (…) All those moments will be lost in time like tears in rain. Time to die”. 10. Fast Times at Ridgemont High (1982 της Amy Heckerling, με Sean Penn, Robert Romanus, Judge Reinhold, Phoebe Cates, Jennifer Jason Leigh). Ταινίες για τα Αμερικάνικα high school έχουν βγει πολλές, αλλά οι πιο γνωστές (Porkie’s, The Nerds) έκαναν τη μέση βιντεοκασσέτα του Στάθη Ψάλτη να μοιάζει με Θόδωρο Αγγελόπουλο. Αυτή εδώ, με casting – γκανιάν (μια σειρά από αστεράκια εν τη γενέσει – μ.α. Sean Penn, Jennifer Jason Leigh, Forrest Whittaker- και κάποιοι που έμειναν πίσω – π.χ. Robert Romanus), διασκεδαστικό σκιτσάρισμα χαρακτήρων, μουσικάρες και συνδυασμό «αγορίστικης» και «κοριτσίστικης» ματιάς φτιάχνει μια ταινία για την μπερδεμένη ξενοιασιά της εφηβείας που το απολαμβάνεις σαν ένα απ΄τα μιλκ σέϊκ πηγαινοέρχονται στο έργο. Όσκαρ «συνταγής για το τέλειο ραντεβού»: Το σχέδιο «πέντε βημάτων» του βγαλμένου Νταμόν προς τον ντροπαλό Ρατ, δίπλα σε ένα χάρτινο διαφημστικό της Debbie Harry των Blondie σε φυσικό μέγεθος, δια στόματος Robert Romanus (Νταμόν): «First of all, Rat, you never let on how much you like a girl. "Oh, Debbie. Hi." Two, you always call the shots. "Kiss me. You won't regret it." Now three, act like wherever you are, that's the place to be. "Isn't this great?". Four, when ordering food, you find out what she wants, then order for the both of you. It's a classy move. "Now, the lady will have the linguini and white clam sauce, and a Coke with no ice." And five, now this is the most important, Rat. When it comes down to making out, whenever possible, put on side one of Led Zeppelin IV». 11. Rumble Fish (1983, του Francis Ford Coppola, με Matt Dillon, Mickey Rourke, Diane Lane). Καθώς ο μικρός αδελφός περιμένει την επιστροφή του μεγάλου να δώσει νόημα στην απόγνωσή του, νιώθεις το δράμα νά’ρχεται. Ματ Ντίλον (με μπαντάνα) σε ρόλο που δεν μπόρεσε ποτέ να ξεπεράσει, Μίκυ Ρουρκ (πάνω στη μηχανή Brando style) με βλέμμα και παύσεις που λένε τα πάντα, Νταϊάν Λέϊν, (η μοναδική που τριάντα τόσα χρόνια παραμένει κουκλάρα). Κυκλοθυμία, γκρεμοτσακισμένα πρότυπα, συμμορίες και όλα μέσα από μια ονειρική μαυρόασπρη κινηματογράφηση (κερασάκι η επινόηση με το έγχρωμο χρυσόψαρο). Όσκαρ ατάκας βίαιης ωρίμανσης (δια στόματος Tom Waits) : “What do I have, 30-35 summers left… Just think about it”. 12. The Name Of The Rose (1986, του Jean Jacque Annaud, με Sean Connery, Christian Slater, Murray Abraham). Γκόθικ υποβολή, αστυνομικό θρίλερ, θεολογικό debate και ταινία μαθητείας σε μοναδικά σφιχτοδεμένη εκδοχή, που έμαθε στον πλανήτη τον Ουμπέρτο Έκο. Μορφές σαν από πίνακες του Γκρέκο μέσα από την υγρασία, την ομίχλη, υπό το φως των κεριών. Οι πνευματικές αναμετρήσεις ανάμεσα στο «θείο» και την επιστήμη κονταροχτυπιούνται άγρια και στη μέση έρχεται το θηλυκό και ανατρέπει τα πάντα. Όσκαρ άγριας “and still… I never knew her name” ομορφιάς: Valentina Vargas. 13. The Color of Money (1986, του Martin Scorsese, με Paul Newman, Tom Cruise, Mary Elizabeth Mastrantonio). Μια από τις εφηβικές ψυχώσεις των ‘80s (μπιλιάρδο) σ’ ένα road movie που αναμετράται η εμπειρία με την αλητεία. Πωλ Νιούμαν με vintage κλάση σε κάθε ματιά, φράση, κίνηση και Τομ Κρουζ πειστικός (όπως πάντα, όταν παίζει κωλοπαίδι). Σάουντρακ απ΄τα λίγα (Warren Zevon, Eric Clapton, Don Henley, Mark Knopfler). Όσκαρ «ο παλιός είν' αλλιώς»: Πωλ Νιούμαν. 14. Stand By Me (1986, του Rob Reiner, με River Phoenix, Corey Feldman). Overdose νοσταλγίας με την αγοροπαρέα να χαιρετάει την παιδική ηλικία οριστικά μετά από διήμερη περιπλάνηση. Όνειρα, κολλήματα, πειράγματα, και φόβοι, σφιχταγκαλιασμένα με την συντροφικότητα που μόνο η προεφηβεία χαρίζει, μια φορά στη ζωή. Ο αδικοχαμένος Ρίβερ Φοίνιξ ευκρινής εξήγηση γιατί στη θέση του το Χόλυγουντ βρήκε τον ΝτιΚάπριο και προσκολλήθηκε μαζί του ήδη καμιά εικοσαριά χρόνια. Voice over από Ρίτσαρντ Ντρέϋφους. Όσκαρ ατάκας – μαχαιριάς : «ποτέ ξανά δεν έκανα φίλους σαν κι αυτούς που είχα όταν ήμουν δώδεκα χρονών». 15. Angel Heart (1987, του Alan Parker, με Mickey Rourke, Robert De Niro, Lisa Bonet, Charlotte Rampling). Όλα τα έργα του Πάρκερ μέχρι και το ’88 ανήκουν στα αγαπημένα μου. Αυτό εδώ όμως, που έπρεπε να το δω τρεις φορές για να πιάσω τη σύνδεση Times Square, Johnny Favorite με αμνησία και στρατιώτη - αθώου θύματος, είναι μια σατανική παγίδα χωρίς διέξοδο, στην οποία εγκλωβίζεσαι πλάνο – πλάνο, όπως στο Μωρό της Ρόζμαρι και τον Εξορκιστή. Ο Rourke ήρωας με τραγωδιακές διαστάσεις, ο DeNiro πιο evil κι απ΄όλη τη δισκογραφία των Venom μαζί, Lisa Bonnet κόλαση. Όσκαρ Φωτογραφίας: Michael Seresin. 16. The Big Blue (1988 του Luc Besson, με Jean Marc Barr, Jean Reno, Rosanna Arquette). Φιλία και ανταγωνισμός μεταξύ αντρών. Άβολο θέμα, προσεγγίζεται από τον Μπεσσόν μέσα από λίγες κουβέντες και πολλές εικόνες. Η θάλασσα κυριαρχεί παντού και ο βυθός προκαλεί την αναπόφευκτη ασφυξία. Από τη μία, η αινιγματική «δεν μιλάω, σας ψήνω ότι σκέπτομαι» περσόνα του Jean Marc - Barr, από την άλλη ο πληθωρικός αγροίκος Jean Reno (απολαυστικά αγγλικά με γαλλοϊταλική αξάν) και στη μέση η διακοσμητικά προκλητική (και σκοπίμως ελαφρώς ακατοίκητη, όπως κάθε καλή αφορμή) Rosαnna Arquette να τραβάει τα μαλλιά της με ποιούς έμπλεξε. Ταινία ρυθμού, που για πάντα στο μυαλό θα ταυτίζεται με την Αμοργό και το καλοκαίρι. Του ’89, κατά προτίμηση. Όσκαρ μαυρόασπρης εναρκτήριας σεκάνς: Αμοργός. 17. Talk Radio (1988 του Oliver Stone, με Eric Bogosian, Ellen Greene, Alec Baldwin, John Pankow): Φιλτράροντας την αστική παράνοια μέσα απ΄το μικρόφωνο, με το “Bad To The Bone” για σήμα. Βιτριολικά σόλο από τον Eric Bogosian και μια αίσθηση ματαιότητας συγκινητική, γιατί η μάχη με τη μετριότητα και τα βαλτωμένα μυαλά είναι πάντα άνιση. Για όσους αγαπάνε το ραδιόφωνο, αποζητούν την αναμέτρηση με την ανθρωπομάζα της μεγάλης πόλης και την ίδια στιγμή πασχίζουν να περισώσουν κάποιο δυσδιάκριτο, παρεξηγημένο ή και ήδη ξοδεμένο ταλέντο. Όσκαρ ραδιοφωνικού ξεσπάσματος απέναντι στην κοινωνική αφασία : Έρικ Μπογκοσιάν. 18. Dangerous Liaisons (1989, του Steven Frears, με John Malkovich, Glenn Close, Michelle Pfeifer). Ταινίες με καστ αποκλειστικά διαφθαρμένους και διαφθορείς σπανίως μ' ενδιαφέρουν, αλλά εδώ έχουμε τρανή εξαίρεση, που θα μπορούσε να υποτιτλίζεται "Πού πα' ρε γιώργη αξούριστε, 30 χρόνια μετά, να πάρεις αγαλματάκι;". Ο 18ος αιώνας και οι χαμερπείς ερωτικές δολοπλοκίες των Γάλλων ευγενών, με το αρπακτικό Μάλκοβιτς και την αδηφάγο Γκλεν Κλόουζ σε σύγκρουση μέχρις εσχάτως για ψυχία λαγνείας, για καπρίτσιο. Το ανύποπτο θύμα Μισέλ Φάϊφερ σου κόβει την ανάσα με το πώς γίνεται παίγνιο. Οδηγός τσέπης για κάθε μαγκάκο επιβήτορα: Παρατάς το λουλούδι για ένα στοίχημα εμπνεύσεως γκιόσας; Τιμωρητέος. Όσκαρ εν ψυχρώ εγκατάλειψης: Τζον “It’s the way of the world … quite beyond my control” Μάλκοβιτς. Όσκαρ διαχρονικής καριόλας: Γκλεν Κλόουζ. 19. Dead Poets Society (1990, του Peter Weir, με Robin Williams, Ethan Hawke). O καθηγητής που όλοι θα θέλαμε να είχαμε, πιθανότατα όχι σ' ένα τέτοιο μονόχνωτο κολλέγιο αρρένων της δεκαετίας του ’50, έχει καλοκάγαθο χαμόγελο θείτσας, βαθιά λυπημένο γαλανό βλέμμα, αφοπλιστική πραότητα και ανοίγει μάτια και μυαλά με ριπές λογοτεχνίας και αυτοφυείς σοφίες. Λέγεται Mr. Keating και κάθε φορά που τον ξαναβλέπω καταπίνω με δυσκολία, προσέχω να μη χάσω ατάκα και στο τέλος συγκινούμαι (που να με πάρει). Όσκαρ «ο δάσκαλος που καθένας δικαιούται να γνωρίσει στη ζωή του» : Ρόμπιν Ουίλλιαμς. 20. Glengarry Glen Ross («Οικόπεδα Με Θέα») (1992, του David Mamet, με Al Pacino, Jack Lemmon, Ed Harris, Alan Arkin, Kevin Spacey, Jonathan Pryce, Alec Baldwin). Η μικτή κόσμου των ανδρικών ρόλων στην πλέον αδυσώπητη εκδοχή γραβατωμένης ανθρωποφαγίας. Οι φράσεις μαστίγια, η τέχνη της εξαπάτησης δευτέρα φύση και η αυταπάτη το μόνο βρώμικο οξυγόνο στην καπιταλιστική κατακόμβη, όπου κάθε “fuck” των πληβείων ισούται μ' ένα τόμο επεξηγήσεις. Αλ Πατσίνο προς Κέβιν Σπέϊσυ: "Never open your mouth, if you don't know what the shots are. You asshole. You company man. You're a child". Όσκαρ θεατρικού σκριπτ που σπάζει κόκκαλα: Ντέϊβιντ Μάμετ. 21. Reservoir Dogs (1992, του Quentin Tarantino, με Harvey Keitel, Tim Roth, Steve Buscemi, Chris Penn, Michael Madsen). Δύσκολο να ισοφαρίσει ο Quentin την πρώτη του ταινία (παρ’ ότι μέσα στα χρόνια έχει προσπαθήσει και τα έχει καταφέρει τουλάχιστον 3 φορές). Όπως σε κάθε καλά βιωμένο στόρυ, κάθε γραμμή σεναρίου λέει τα πάντα κι άλλα τόσα για κάθε χαρακτήρα. Υστερικό in media res και τελική αναμέτρηση που δραπέτευσε από το καλύτερο γουέστερν που δε γυρίστηκε ποτέ. Όσκαρ «πώς θα διασώσετε την ατομικότητά σας απέναντι στα ειωθότα», στον Στηβ Μπουσέμι : "I don't tip". 22. Romeo Is Bleeding (1993, του Peter Medak, με Gary Oldman, Lena Olin, Anabella Sciorra). Το νουάρ που είναι πλασμένο για να σε κάνει κομμάτια. Η ερμηνεία Γκάρυ Όλντμαν μόνιμα στο χείλος του γκρεμού, άνετα από τις πέντε καλύτερες της θυελλώδους καριέρας του. Το εθιστικό voice over και η τζαζ του Mark Isham κάνουν τα πράγματα ανίατα, με διαλόγους και ατμόσφαιρες που σημαδεύουν το μνημονικό. Λένα Όλιν σ α τ α ν ι κ ή, Τζούλιετ Λιούις και Αναμπέλα Σιόρα σπαραξικάρδιες, όλοι οι δεύτεροι ρόλοι, από τον Micheal Wincott, τον Roy Scheider και τον Dennis Farina δίνουν συγκλονιστικές στιγμές. Όσοι από σας αγνοούν αυτό το θρυλικό νουάρ, ας διορθώσουν το ζήτημα. Όσκαρ παραγνωρισμένου νεο-νουάρ αριστουργήματος : Πήτερ Μέντακ. 23. The Usual Suspects (1995, του Brian Singer, με Kevin Spacey, Gabriel Byrne, Chazz Palminteri, Benicio Del Toro, Stephen Baldwin). Αξεπέραστη πλοκή, με πέντε χαρακτήρες – αρχέτυπα (και κάτι εκπληκτικούς δεύτερους - Pete Postlethwaite, Peter Greene, Giancarlo Esposito, Dan Hedaya), η ύστατη εγκεφαλική αναμέτρηση με το έγκλημα. Μουσική Mark Isham (και πάλι) και ως απόσταγμα, το ερώτημα που τρύπωσε για τα καλά στην ποπ κουλτούρα: “Who is Keyser Soze?” Αυτό λέγεται κινηματογράφος. Όσκαρ σεναρίου που ανέβασε επίπεδο: Christopher McQuarrie. 24. Heat (1995, του Michael Mann, με Al Pacino, Robert DeNiro, Val Kilmer, Tom Sizemore, Jon Voight, Diane Venora, Amy Brenneman). Η συμβολή του Michael Mann στα genre movies τα ορίζει, ακριβώς στη μέση της δεκαετίας του ’90. Ακόμη δεν έχει ξαναγίνει τέτοιο κόψιμο και μοίρασμα στις αστυνομικές ταινίες. Τί κι αν το τέλος είναι προβλέψιμο; Η αναμέτρηση DeΝiro – Pacino στο roadside καφέ είναι ένα κομμάτι κινηματογραφικής ιστορίας από μόνο του. Φωτογραφία, ρυθμός και πλοκή, δοσάρες φιλμικής αδρεναλίνης. Είχα έναν φίλο κάποτε που έλεγε ότι το έργο αυτό "είναι μέτριο". Ευτυχώς, τέτοιους τύπους έκτοτε τους αποφεύγω. Εν προκειμένω, το Όσκαρ σκηνοθεσίας : ο μέγας Michael Mann το παίρνει σπίτι του. 25. Smoke (1994, των Wayne Wang / Paul Oster, με William Hurt, Harvey Keitel, Forrest Whitaker). Όπου οι απλές καθημερινές στιχομυθίες υφαίνουν από μόνες τους ένα στόρυ χωρίς στόρυ. Μια χαμηλότονη ωδή στις στιγμές της ζωής και στον καπνό του τσιγάρου που σκαρφαλώνει στον αέρα και χάνεται, ακριβώς όπως οι στιγμές. Αποθεωτική τελευταία σεκάνς με τη διήγηση του Χάρβεϋ Καϊτέλ στον Γουίλιαμ Χαρτ, για το πώς απέκτησε την πολύτιμη φωτογραφική του μηχανή κάτι αρχαία Χριστούγεννα, ενώ ακούγεται το "Innocent When You Dream" του Tom Waits. Αν δε σε κάνει ν' αρχίσεις το τσιγάρο, σίγουρα σε καθυστερεί σημαντικά από το να το κόψεις. Όσκαρ φυσικής συνομιλίας με παύσεις: ολόκληρο το καστ. 26. The Big Lebowski (1998, του Joel Coen, με Jeff Bridges, John Goodman, Steve Buscemi, Julianne Moore). Μετά το '98, ο δείκτης νοημοσύνης μιας ταινίας θα αναμετράται πάντα με αυτής των Κοέν. Τζεφ Μπρίτζες παίρνει μεγαλοπρεπή εκδίκηση από την τυποποίησή του ως ημισόβαρου γκόμενου, η οποία τον κατέτρεξε για είκοσι και πλέον χρόνια. Κατεβάζοντας Black και White Russian, βρίζοντας τους Eagles, ακούγοντας Creedence, κρατώντας το σκορ στο πρωτάθλημα bowling και διαβεβαιώνοντας όλους μας “Man, the dude abides”. Όσκαρ δεύτερου ανδρικού ρόλου σε όλους, από τον Στηβ Μπουσέμι μέχρι τον Σaμ Έλλιοτ, αλλά ιδίως στη βαρυκόκκαλη θεότητα ονόματι Τζον (“Shut the fuck up, Donnie”) Γκούντμαν. Όσκαρ μουσικής διασκευής : Hotel California από Gypsy Kings. Όσκαρ άπλυτου coolness : Τζεφ Μπρίτζες. Όσκαρ γελοίου κακού "βερ iζ ζε μόνι Λεμπάουβσκιε": Πήτερ Στορμάρε. 27. High Fidelity (2000, του Stephen Frears, με John Cusak, Jack Black, Tim Robbins, Catherine Zeta-Jones). Επιτέλους, εδώ και 16 χρόνια μπορώ να λέω ανοιχτά ότι και γω τακτοποιώ τους δίσκους μου με αυτοβιογραφική σειρά και φτιάχνω τοπ-5 κομματιών για κάθε διάθεση, επέτειο και συγκυρία. Long live βινύλιο, γιατί μόνο η τέχνη θα μείνει. Όσκαρ τρόπου μουσικής επένδυσης μιας ολόκληρης ζωής: στην ταινία as a whole. 28. No Country For Old Men (2008, των Joel & Ethan Cohen, με Javier Bardem, Tommy Lee Jones, Josh Brolin, Woody Harrelson). Ένας βαρύς στοχασμός για το ά-λογο της βίας, περασμένος μαεστρικά μέσα από ένα μοντέρνο γουέστερν καταδίωξης. Η ρυτιδιασμένη, επαρχιώτικη σοφία του τεξανού σερίφη Τομ Μπελ (Τόμμυ Λη Τζόοουνς) και η φονική παράνοια με το ‘70s κούρεμα και το άδειο σαν την άβυσσο βλέμμα του Άντον Σιγκούρ (Χαβιέ Μπαρδέμ - από τους πιο εκφοβιστικούς «κακούς» στην ιστορία του σινεμά) γίνονται συμπληγάδες για τον γήινο, τραγικό μαχητή που κατέχεται εξίσου από απόγνωση και απληστία (Τζος Μπρολίν). Για μια ακόμη φορά, οι Κοέν λένε αυτά που θέλουν στις κρυφές αποστροφές του φιλμ, την ώρα που σε γραπώνουν από το γιακά με ένα ανθρωποκυνηγητό γυρισμένο τότε (1980, σύμφωνα με το σενάριο) που η επιδεξιότητα και οι πνευματικές ικανότητες έκριναν την αναμέτρηση του κυνηγού με το θήραμα. Όσκαρ σύγχρονου γουέστερν : στους αδελφούς Κοέν, για πλάκα. 29. The Wrestler (2009, του Darren Aronofsky, με Mickey Rourke, Marisa Tomei, Evan Rachel Wood). Η στραπατσαρισμένη φάτσα και το χιλιοτρυπημένο κορμί του Μίκυ Ρουρκ σ’ ένα απερίγραπτο σόλο που προκαλεί ατόφια συγκίνηση και σερβίρει την καλύτερη ατάκα για τη μουσική των ‘80s ("The '80s were great, and then that cunt Cobain came up"). To χέβυ μέταλ της εφηβείας μας (Guns N' Roses, Cinderella, Accept και Quiet Riot) παίρνει την εκδίκησή του φέρνοντας σε πρώτο πλάνο τις ηρωϊκές μνήμες του πρωταγωνιστή, μαζί με τις δικές μας. Αποκάλυψη Μαρίζα Τομέϊ. Όσκαρ "bottoxed, brokenhearted Brando": Μίκυ Ρουρκ. 30. The Damned United (2009, του Tom Hooper, με Michael Sheen, Colm Meaney, Timothy Spall). Εκπληκτική προσωπογραφία του Brian Clough, με απαράμιλλη κλάση και το βρετανικό φλέγμα. Όλα για το ποδόσφαιρο και μάλιστα με τη σωστή προφορά, τη βρετανική. Τιμά το βιβλίο, το οποίο επίσης είναι εκπληκτικό. Όσκαρ Αλέφαντος vs Μουρίνιο ad infinitum : Michael “There’s a good lad!” Sheen. 31. Inglourious Basterds (2009, του Quentin Tarantino, με Cristoph Waltz, Melanie Laurent, Michael Fassbender, Diane Kruger, Brad Pitt). Μετά από δεκαετίες όπου ακούγαμε τους Γερμανούς «κακούς» στα πολεμικά έργα να μιλάνε σα μανάβηδες απ’ την Αλαμπάμα μετά από πρακτική εξάσκηση στις λαϊκές αγορές του Αννόβερου, ο Ταραντίνο βάσισε στη βαβέλ της γλώσσας, σε όλα όσα λέγονται, δεν λέγονται, εννοούνται και κυρίως όσα παρερμηνεύονται, την πιο εγκεφαλική του ταινία, η πλοκή της οποίας κορυφώνεται με την εκδίκηση του ίδιου του σινεμά απέναντι στην πεζή, αμοράλ, ναζιστική αταλαντοσύνη. Η ταινία θα μείνει στα χρονικά για την προσωπογραφία ενός αδίστακτου κακού που παγώνει το αίμα με χαμόγελο και αιμοβόρο τακτ – ανυπέρβλητος Κριστόφ Βαλτζ – και για τη σκηνή τη αναμέτρησης στην υπόγεια μπυραρία, όσο και για το ότι δε διστάζει να ξεβρακώσει τους πολεμοκάπηλους (αφού όμως πρώτα χαράξει το αυτόγραφό της στο μέτωπο του ναζισμού. Από τις τελευταίες χρονικά ταινίες που οι Γερμανοί αποτολμάται να απεικονίζονται ως αυτό που υπήρξαν στο Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Όσκαρ αντιπολεμικής πρωτοτυπίας : Κουέντιν Ταραντίνο 32. Tinker Tailor Soldier Spy (2011, του Tomas Alfredson, με Gary Oldman, Colin Firth, Tom Hardy, John Hurt, Toby Jones, Mark Strong, Benedict Cumberbatch). Οι κατασκοπικές ταινίες που εκτυλίσσονται στο απόγειο του Ψυχρού Πολέμου είναι από τις αδυναμίες μου – μέχρι και το «4Ο Πρωτόκολλο» μου αρέσει. Όμως, με τίποτε δεν μπορούσα να πιστέψω ότι μια από τις κορυφαίες ταινίες του είδους θα έβγαινε πριν λίγα χρόνια, με την πρώτη γραμμή του Βρετανικού Θεάτρου να δίνει ζωή σ’ ένα πολυσύνθετο μυθιστόρημα του Τζων Λε Καρρέ. Γκάρυ Όλντμαν, Κόλιν Φερθ, Τζων Χερτ, ο Μάϊκλ Στρονγκ (ο πιο πρόσφατος απολύτως απειλητικός «κακός»), όλοι για εκατό Όσκαρ ακόμη και για το πώς φοράνε τα παλτά και καπνίζουνε τα τσιγάρα τους. Φοβερό. Είναι χαρακτηριστικό για το πόσο η νέα γενιά θεατών έχει χάσει τη μπάλα, ότι επειδή η πλοκή είχε φλας μπακ, μεγάλο μέρος του κοινού παραπονέθηκε ότι «δεν το κατάλαβε». Όσκαρ all time κατασκοπικής ταινίας. 33. Blue Jasmine (2013, του Woody Allen, με Cate Blanchett, Sally Hawkins, Alec Baldwin). Με τον Γούντυ Άλλεν πολλοί διατηρούμε μια σχέση πολύπαθη και κριτική, μας αναγκάζει πολλές φορές να θέλουμε να ξεχάσουμε ότι είναι αυτός ο δημιουργός της ταινίας. Συγκλονιστικό ψυχογράφημα της συνωμοταξίας των νευρωτικών γυναικών της δηθενομουφαρίας, άχρηστες, κενές, ενδοτικές σε όποιον τις βολέψει και επιρρεπείς στα καλά και συμφέροντα, χωρίς συναισθήματα για κανέναν εκτός από τον εαυτό τους. Παρακολουθώντας την καλύτερη ηθοποιό της τελευταίας 15ετίας να δίνει μια τρομερή ερμηνεία, αναγνώρισα στο πρόσωπό της, συμπεριφορές από τουλάχιστον πέντε υπαρκτά πρόσωπα, πειθόμενος ότι αυτού του τύπου οι γυναίκες, γεννημένες να φορτώνονται και μετά να γίνονται θύματα, υπάρχουν παντού. Εκεί που ο Αλμοδοβάρ με τις «Γυναίκες στα Πρόθυρα της Νευρικής Κρίσης» το ’89 διένειμε τις νευρώσεις στο καστ με τρυφερότητα και συμπάθεια, εδώ ο Γούντυ Αλλεν είναι κατά βάθος σκληρός, τόσο που στο τέλος συμπαθείς την κωλοξιπασμένη την Τζάσμιν. Όσκαρ Α’ Γυναικείου στη (θεά) Κέίτ. 34. Birdman (2015, του Alejandro G. Iñárritu με Michael Keaton, Zach Galifianakis, Edward Norton, Naomi Watts, Emma Stone). Πάντα πίστευα ότι ο Κήτον είναι για παραπάνω, ποτέ δεν το είχα δει. Πιθανόν το ίδιο πίστευε και ο Ινάριτου, σ’ αυτή την ποιητική και ψυχαναλυτική ταινία για το χρόνο που περνάει και τον ηρωϊκό εαυτό που δε θέλει να εγκαταλείψει το πηδάλιο στο ρεαλιστή εαυτό: “Sixty is the new thirty, asshole!”, ψιθυρίζει ο Birdman στο αυτί του Κήτον. Τολμηρή επιλογή για Όσκαρ καλύτερης ταινίας. Όσκαρ μαεστρικών παραισθήσεων: Αλεχάντρο Ινάρριτου 35. The Judge (2014, του David Dobkin, με Robert Duvall, Robert Downey Jr., Vera Farmiga, Vincent D’ Onofrio, Billy Bob Thonton). Ο παλιός Ρόμπερτ Ντυβάλ είναι αλλιώς και ο μεσόκοπος Ρόμπερτ Ντάουνυ παραμένει ωραίος. Με ψήνουν τα δικαστικά θρίλερ, μόνον όταν είναι απαλλαγμένα απιθανοτήτων και είναι δομημένα από σκηνοθέτες που έχουν συμβουλευτεί τους κατάλληλους ανθρώπους που να γνωρίζουν τι συμβαίνει στο κάθε σύστημα ποινικής δικαιοσύνης που φιλοξενεί την πλοκή (φτάνει πια μ’ αυτές τις συνεντεύξεις των αστυνομικών, μετά τις ποίες δήθεν σπάει ο δράστης, αυτά είναι παλιές αστοχίες, ξυπνήστε). Εδώ η αναμέτρηση ντύνεται δραματικά με την ένταση της σχέσης πατέρα – γιου και διεξάγεται στο επίπεδο του τι μπορεί να αποδειχθεί, όχι του τι συνέβη ή τι όχι και γιατί. Όπως και στην πραγματικότητα, γι’ αυτό και μ’ αρέσει. Όσκαρ δικαστικής ψυχολογίας: Ρόμπερτ Ντυβάλ. 36. The Big Short (2015 του Adam McKay, με Christian Bale, Steve Carell, Ryan Gosling Jr., Brad Pitt). Τα δραματοποιημένα ημιντοκυμανταίρ τα μπολιασμένα με την πολιτική άποψη για το τί συνέβη έχει προσπαθήσει αρκετές φορές να παίξει το ρόλο που τέσσερις δεκαετίες πριν είχε η έντυπη ερευνητική δημοσιογραφία - κάπως έτσι και το περσινό Vice. Ενδιαφέρον και σύγχρονο καστ, με τον φρουί ζελέ Φορτούνη του Χόλλυγουντ (Ρ. Γκόσλινγκ Τζ.), τον – μεταΜπατμανικά αξιόπιστο Κρίστιαν Μπέηλ-, τον «πλέον, ξέρω να παίζω» Μπραντ Πητ και τον πάντα δόκιμο σε δράμα Στηβ Καρέλλ να ενσαρκώνουν τα νευρωτικά αμοράλ γιαπόσκυλα τα συνδεδεμένα με την κρίση του 2007-2008. Όσκαρ γιάπηδων καταστροφέων. 37. Spotlight (2015, του Tom McCarthy με Mark Ruffalo, Michael Keaton, Stanley Tucci, Billy Crudup). Θέλει άντερα για να ασχοληθείς με το ζήτημα της σεξουαλικής κακοποίησης ανηλίκων από την οργανωμένη εκκλησία. Είναι το ημιντοκυμονταιρίστικο, δυναμικό στυλ σινεμά παλαιάς κοπής, που έχει στόχο το μήνυμα και με όχημα το σενάριο και τις στρατευμένες στις ανάγκες του ρόλου ερμηνείες, τον πετυχαίνει. Από τις καλύτερες ταινίες τα τελευταία χρόνια, συγκέντρωσε πολλά βραβεία, επαινετικές κριτικές και πήρε το Όσκαρ και της Καλύτερης Ταινίας - αν και μου έκανε μεγάλη εντύπωση που επέτρεψαν στο Χόλυγουντ να συμβεί κάτι τέτοιο. Όσκαρ σινεμά με σαφή θέση (κατά) στο ζήτημα των εγκλημάτων γενετήσιας ελευθερίας με θύματα ανηλίκους. 38. Hell Or High Water («Πάση Θυσία») (2016, του David Mackenzie με Jeff Bridges, Chris Pine, Ben Foster). Αν το “No Country For Old Men” των Cohen, με το στόρυ του να διαδραματίζεται το σωτήριον έτος 1980, ισοδυναμούσε με μια εγκληματολογική και φιλοσοφική προσέγγιση της άλογης βίας μέσα από κώδικες western, το “Hell Or Ηigh Water” έχει όχι μόνο τη ρυθμική δύναμη ενός σημερινού ντοκυμανταίρ «με την κάμερα στο χέρι», αλλά ξεδιπλώνει με ευθύτητα και τα ηθικά διλήμματα της σημερινής εποχής, για το πώς αιτιολογείται (όχι δικαιολογείται) η βία και η εμπλοκή σε κλασσικά ποινικώς κολάσιμα αδικήματα όπως η ληστεία. Η εποχή της ταινίας είναι η σημερινή, γιατί έχει τις σημερινές συνιστώσες: Οι τράπεζες και οι χοντροί γλοιώδεις διευθυντές τους που σαν βαμπίρ έχουν ήδη απομυζήσει μαζί με το χρήμα και κάθε νεύρο, κάθε ικμάδα ενεργητικότητας και κινήτρου ακόμη κι απ' τις μικρές κοινωνίες. Το καζίνο, σημείο - χοάνη της πολιτισμικής αφασίας, όπου συγχωνεύεται η απόγνωση και ξεπλένεται το χρήμα. Το σύστημα ποινικής δικαιοσύνης που λειτουργεί με κριτήρια ευκολίας, ενώ δεν τολμά να ακουμπήσει τον ισχυρό. Ο απλός πολίτης, που γνωρίζει ότι βρίσκεται υπό διωγμό και γι΄αυτό είτε κλείνει τα μάτια στον εκτός νόμου εκδικητή, όταν βλέπει ότι αυτός στρέφεται κατά του δυνάστη του, είτε παίρνει τα όπλα και τον «νόμο» στα χέρια του, αφού δεν του έχει απομείνει τίποτε πια να κάνει για να δηλώσει παρών (δεν είναι τυχαίο το tagline του έργου «Η δικαιοσύνη δεν είναι έγκλημα»). Ο Jeff Bridges για μια ακόμη φορά συνταρακτικός, έχοντας καταφέρει ως φιγούρα lawman να συγκρίνεται άνετα με μύθους του Hollywood όπως ο John Wayne, έχοντας πιθανόν ξεπεράσει αντίστοιχα αρχέτυπα όπως ο Kris Kristofferson κι ο Sam Elliott. Εδώ, στο ρόλο του old timer σερίφη με το κυνικό χιούμορ απόμαχου που τα έχει δει όλα, ακόμη και το περπάτημά του, ο τρόπος που σταυρώνει τα πόδια κρεμώντας το καπέλο στη μύτη της μπότας και οι τρίχες από το μουστάκι του παίζουν κυριολεκτικά. Όλοι οι δεύτεροι ρόλοι σπουδαίοι, δουλεμένοι με λεπτομέρεια. Όσκαρ σεναρίου: Τέϊλορ Σέρινταν. 39. Three Billboards Outside Ebbing, Mississippi (2017, του Martin McDonangh με Frances McDormand, Sam Rockwell, Woody Harrelson). Τιτάνια περφόρμανς από την Φράνσις ΜακΝτόρμαντ στο ρόλο της μάνας που της φάγανε το παιδί με τρόπο που δεν το χωράει ο νους, μια οικουμενικής εμβέλειας ερμηνεία, απ’ αυτές που η Φράνσες έχει επί δεκαετίες (βλ. και Φάργκο) καταστήσει σαφές ότι τις έχει μέσα της. Ταινία που – κι αυτή - έχει στόχο, είναι ζυμωμένη με πραγματικό πόνο και ρεαλισμό. Δε θυμάμαι πότε η αυτοδικία να παρουσιάστηκε τόσο δικαιολογημένη, χωρίς ποτέ να θεαθεί στην οθόνη. Η καινούρια γενιά θεατών, βέβαια, στέκει εν απορία μπροστά σε τέτοιες ταινίες. Μια πρώην συνεργάτις, θυμάμαι, με μεταπτυχιακά και δηλωμένη σινεφίλ, ηλικίας 25, μου έλεγε ότι δεν την κατάλαβε. «Μα, δεν μας έδειξε τι γίνεται στο τέλος…». Όσκαρ Α΄ Γυναικείου Ρόλου «δείξε στις ατάλαντες πώς γίνεται»: Φράνσις ΜακΝτόρμαντ. 40. The Darkest Hour (2017 του Joe Wright, με Gary Oldman, Kristin Scott Thomas, Lily James). Είναι μοναδικό το να μπορείς να ενσαρκώσεις ιστορικές φιγούρες με τόση επιτυχία στη λεπτομέρεια. Μέσα από την σχολαστική, μουντή φωτογραφία της Λονδρέζικης υγρασίας, ο Τσώρτσιλλ, από αποδιοπομπαίος, ανάλγητος, αποτυχημένος, μέθυσος πολιτικός, τον οποίο ως χρήσιμο τρελό το σύστημα βάζει μπροστά να φάει τη μπόρα της ναζιστικής λαίλαπας, εκείνος αναδεικνύεται σε ηγέτη μιας ολόκληρης χώρας. Όσκαρ Α΄ Ανδρικού που ενσαρκώνει ιστορικό πρόσωπο: Γκάρυ Όλντμαν, που παίζει τον Τσώρτσιλλ καλύτερα κι από τον ίδιο τον Τσώρτσιλλ. Ελπίζοντας να γίνεται αντιληπτή η συγγνωστή μονομέρεια και το μη εγκυκλοπαιδικόν του πράγματος, κι ευχόμενος να ψάξετε να δείτε (και κυρίως να ξαναδείτε) κάποιες από τις ταινίες, yours truly. Comments are closed.
|
ΧΟΡΗΓΟΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ
ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ
ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ This section will not be visible in live published website. Below are your current settings: Current Number Of Columns are = 2 Expand Posts Area = Gap/Space Between Posts = 10px Blog Post Style = card Use of custom card colors instead of default colors = Blog Post Card Background Color = current color Blog Post Card Shadow Color = current color Blog Post Card Border Color = current color Publish the website and visit your blog page to see the results Archives
July 2024
|
Αλκίφρονος 3 - Κάτω Πετράλωνα
Αθήνα Τ.Κ. : 11835
[email protected]
[email protected]
www.theathinaiart.com
Όροι χρήσης: Με βάση το Ν. 2121/93 περί μη αναδημοσιεύσιμου μέρους ή όλου του κειμένου
χωρίς άδεια του υπογράφοντος