της Μαρίας Σούμπερτ Ένα κορίτσι μεγαλώνει στα Τρίκαλα όταν ξεσπάει ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος και εντάσσει την Ελλάδα στις χώρες που θα δεινοπαθήσουν από το μίσος και τον παραλογισμό του φασισμού, όταν οι ίδιοι οι Έλληνες θα διχαστούν ανάμεσα σε αυτούς που θα ανέβουν στο βουνό και εκείνους που θα χαιρετίσουν φασιστικά τα ιταλικά και γερμανικά καμιόνια όπως θα περνάνε το δρόμο. Όταν μάλιστα το κορίτσι αυτό είναι Εβραία, οι δυσκολίες είναι περισσότερες. Ίσως όχι από την αρχή. Στην πορεία όμως θα γίνουν. Θα χρειαστεί να κρυφτούν. Να τρέξουν. Θα χωριστούν από τους οικείους και αγαπημένους. Η Ρεβέκκα θα βρεθεί κρυμμένη σε έναν νερόμυλο, όταν θα έχουν πιάσει τον μικρό της αδερφό και τη μητέρα της οι Γερμανοί και θα τους έχουν φορτώσει στο αυτοκίνητο με προορισμό τα στρατόπεδα συγκέντρωσης. «Μαμά, θέλω κι εγώ να έρθω εκδρομή με το αυτοκίνητο», φωνάζει ο μικρός Οβαδίας που παραλίγο να είχε σωθεί, και οι Γερμανοί τον ξαναπιάνουν. Είναι ίσως η πιο συγκλονιστική φράση του μυθιστορήματος της Μαρούλας Κλιάδα «Μια μπαλάντα για τη Ρεβέκκα», γιατί σε αυτή τη φράση συμπυκνώνεται η αδυναμία του παιδιού να συλλάβει τον παραλογισμό του φασισμού. Γιατί θα έπρεπε να είναι κακή μια βόλτα με αυτοκίνητο; Η Μαρούλα Κλιάφα επιστρέφει στις δικές της μνήμες για να αντλήσει το συναίσθημα, αλλά και στα ιστορικά βιβλία και τις πηγές για να μιλήσει για μια Εβραιοπούλα από μητέρα βαφτισμένη Εβραία –πρώην Χριστιανή- και πατέρα Εβραίο, από παππούδες που πριν την γέννησή της δε μιλιόντουσαν, από γείτονες και φίλους που είναι ανάμικτα Εβραίοι και Χριστιανοί. Θα περιγράψει τη ζωή μιας έφηβης κοπέλας, η κανονικότητα της οποίας θα διακοπεί απότομα. Παρ’ όλ’ αυτά ακόμα και μέσα στο ζοφερό σκοτάδι, ο έρωτας, ο αγώνας κατά του φασισμού, η οικογένεια, αλλά και η ελπίδα θα επιτρέψουν στο κορίτσι αυτό να ζήσει και ίσως στο μέλλον να ανθίσει. Η γραφή της Μαρούλας Κλιάφα είναι ξεκάθαρη και άμεση. Επιλέγει ανάμεσα στον αφηγηματικό λόγο να προσθέσει το ημερολόγιο της Ρεβέκκας, αφού αυτό θα βοηθήσει την οικονομία του χρόνου και του χώρου, αλλά και θα μας κρατήσει σε επαφή με τα γεγονότα χωρίς να κουράσει ή να πλατειάσει. Κυρίως όμως όπως και στο βιβλίο της «Οι πελαργοί ξανάρχονται» (εκδόσεις Κέδρος), η Μαρούλα Κλιάφα περιγράφει τον παράλογο κόσμο των ενηλίκων όπως αυτός επηρεάζει και ξεβάφει πάνω στα παιδιά και τους εφήβους. Και αν μη τι άλλο φέρνει τον ενήλικο αναγνώστη απέναντι στις ευθύνες του. Με αφορμή τα δύο αυτά βιβλία, επικοινωνήσαμε μαζί της και της ζητήσαμε να μας μιλήσει για το πώς ξεκίνησε να γράφει, τι την εμπνέει, τι της αρέσει και τι την ενοχλεί, αλλά και για την αγάπη της για τα λαϊκά παραμύθια, τους θρύλους και τις παραδόσεις και την ιστορία της Θεσσαλίας. «Ήταν στα τέλη της δεκαετίας του 1970-είχε ήδη κυκλοφορήσει το πρώτο μου μυθιστόρημα - όταν δέχτηκα από ένα δημοτικό σχολείο της Λάρισας μια πρόσκληση να επισκεφθώ την Στ’ τάξη και να συζητήσω με τους μαθητές για το βιβλίο μου. Μόλις μπήκα στην τάξη μια μαθήτρια με ρώτησε: «Κυρία, είστε κανονική συγγραφέας;» Προς στιγμή τα έχασα αλλά γρήγορα βρήκα την ψυχραιμία μου και την διαβεβαίωσα πως «ναι, είμαι κανονική συγγραφέας». «Δεν μοιάζετε όμως», είπε μια φωνή από τη γαλαρία. Τα παιδιά ξέσπασαν σε γέλια. «Σιωπή», φώναξε αυστηρά ο δάσκαλος και με κοίταξε ανήσυχος. Αποφάσισα να παίξω το παιχνίδι τους. «Αλήθεια πώς φαντάζεστε έναν κανονικό συγγραφέα;» ρώτησα. Στην τάξη έπεσε βουβαμάρα. Κατάλαβα πως τους είχα αιφνιδιάσει. «Λοιπόν; Πώς τον φαντάζεστε;» ξαναρώτησα. Ένα αγόρι από το πρώτο θρανίο σήκωσε το χέρι του. «Τον φαντάζομαι γέρο με γυαλιά και φαλάκρα» είπε. «Έχει και καμπούρα» συμπλήρωσε ένα κορίτσι. Ακολούθησαν πνιχτά γελάκια. «Το σπίτι του είναι γεμάτο βιβλία» είπε ένας άλλος μαθητής. «Πηγαίνει κάθε μέρα στο δάσος για να βρει έμπνευση» φώναξε κάποιος από το τελευταίο θρανίο. Κάπως έτσι ξεκίνησε η πρώτη εκείνη συνάντηση. Επέστρεψα στα Τρίκαλα ενθουσιασμένη. Με είχαν εντυπωσιάσει τόσο πολύ οι γεμάτες φρεσκάδα απαντήσεις των παιδιών που μόλις μπήκα στο σπίτι μου πήγα και στάθηκα μπροστά στον καθρέπτη μου. «Έχουν δίκιο τα παιδιά. Δεν μοιάζω καθόλου με κανονική συγγραφέα», σκέφτηκα. Από τότε έχουν περάσει σαράντα τόσα χρόνια. Ξαναθυμήθηκα την ιστορία αυτή μόλις προχθές. Καθώς ντυνόμουνα για να επισκεφθώ ακόμα ένα σχολείο, τα μάτια μου έπεσαν στον καθρέπτη. Είδα μια γυναίκα με γκρίζα μαλλιά, η οποία όταν γράφει και διαβάζει φοράει γυαλιά και όπου να’ ναι θα αποκτήσει και μια μικρή καμπούρα. Χαμογέλασα ευχαριστημένη. «Ωραία, αρχίζεις επιτέλους να μοιάζεις με κανονική συγγραφέα» είπα στον εαυτό μου. Ύστερα καβάλησα το ποδήλατό μου- παρά τα ογδόντα δύο χρόνια μου εξακολουθώ να κυκλοφορώ με ποδήλατο- και πήγα στο 4ο Γυμνάσιο Τρικάλων όπου με είχαν καλέσει να συζητήσω με τους μαθητές το βιβλίο με τίτλο «Ο δρόμος για τον παράδεισο είναι μακρύς» που έχει για θέμα του τα προβλήματα των μεταναστών αλλά και των ανθρώπων με ειδικές ανάγκες. Εντάξει, το παραδέχομαι. Τα μυθιστορήματά μου δεν είναι πλακατζίδικα. Πώς να είναι όταν έχουν για θέμα τους τη μετανάστευση, τον αντισημιτισμό, την βία στα σχολεία, τον δωσιλογισμό ή το Gaming; Στα οκτώ μυθιστορήματα για εφήβους και ένα για ενήλικες που έχουν ως σήμερα εκδοθεί -μερικά έχουν βραβευθεί- οι ιστορίες που διηγούμαι δεν έχουν πάντα αίσιο τέλος. Δεν μου αρέσει να αποκοιμίζω τους αναγνώστες μου. Παράλληλα με τη λογοτεχνία ασχολούμαι με τη λαογραφία. Ήδη από τη δεκαετία του 1970 τριγύριζα στα χωριά της Θεσσαλίας και να μαγνητοφωνούσα τους παλαιούς παραμυθάδες. Με το υλικό που συνέλεξα εκδόθηκαν τρεις συλλογές με λαϊκά παραμύθια, μια συλλογή με μύθους και θρύλους της Θεσσαλίας και σε συνεργασία με τη Ζωή Βαλάση γράψαμε ένα βιβλίο με παραδοσιακά παιχνίδια και λαχνίσματα από όλη την Ελλάδα. Η άλλη μου μεγάλη αγάπη είναι η τοπική ιστορία. Επειδή είμαι παιδί του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και του εμφυλίου -γεννήθηκα το 1937- έχω ζήσει συγκλονιστικά γεγονότα. Επομένως ήταν φυσικό, όταν μεγάλωσα, να θελήσω να μάθω περισσότερα για την περίοδο αυτή. Άρχισα λοιπόν να διαβάζω ιστορικά βιβλία, να αποδελτιώνω παλιές εφημερίδες, να ψάχνω αρχεία, να συλλέγω παλιές φωτογραφίες και μαρτυρίες. Με το υλικό που συνέλεξα έφτιαξα ένα λεύκωμα με τίτλο «Θεσσαλία 1881-1981. Εκατό χρόνια ζωή» που βραβεύτηκε από την Ακαδημία Αθηνών. Με τις αποδελτιώσεις από τις παλιές εφημερίδες έγραψα ένα τρίτομο έργο με θέμα τις μεταμορφώσεις που υπέστη η τρικαλινή κοινωνία από το 1881 ως το 1960 και με τις μαρτυρίες ένα βιβλίο με τίτλο «Σιωπηλές φωνές». Επίσης συνεργάστηκα με τους Θεσσαλούς φωτογράφους Τάκη Τλούπα και Δημήτρη Λέτσιο και με δικά μου κείμενα εκδόθηκαν τρία λευκώματα. Αν ήμουνα ζωγράφος θα ζωγράφιζα το πορτρέτο μου με χρώματα. Όμως δεν είμαι ζωγράφος. Είμαι συγγραφέας. Έτσι θα βάλω τις τελευταίες πινελιές με λέξεις. Λοιπόν. Δεδομένου ότι είμαι σύζυγος και μητέρα τα πρωινά ασχολούμαι με το νοικοκυριό. Ψώνια, μαγείρεμα και όλα τα σχετικά. Από Δευτέρα ως Παρασκευή εργάζομαι εθελοντικά στο Κέντρο Ιστορίας και Πολιτισμού Κλιάφα. Πρόκειται για ένα ιδιωτικό Μουσείο. Ξεναγώ τους επισκέπτες και παράλληλα κάνω οπτικοακουστικά μαθήματα τοπικής ιστορίας σε μαθητές γυμνασίου που έρχονται με τους καθηγητές τους. Από το μεσημέρι και μετά γράφω. Όταν δεν γράφω διαβάζω. Είμαι κανονική βιβλιοφάγος. Στη τσάντα μου έχω πάντα ένα βιβλίο. Αγαπώ τα ταξίδια, τον καλό κινηματογράφο, την παραδοσιακή τζαζ αλλά και τα παλιά ρεμπέτικα. Συμπατριώτισσα γαρ του Τσιτσάνη και του Καλδάρα. Δεν έχω κινητό τηλέφωνο ούτε Facebook. Απεχθάνομαι το κάπνισμα, τον ετοιματζίδικο καφέ και τη φλυαρία της τηλεόρασης». Κλιάφα Μαρούλα Μια μπαλάντα για τη Ρεβέκκα Εκδόσεις Πατάκη ISBN: 9789601683898 Τιμή €10.90 Ηλικία: 12+ Comments are closed.
|
ΧΟΡΗΓΟΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ
ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ
ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ This section will not be visible in live published website. Below are your current settings: Current Number Of Columns are = 2 Expand Posts Area = Gap/Space Between Posts = 10px Blog Post Style = card Use of custom card colors instead of default colors = Blog Post Card Background Color = current color Blog Post Card Shadow Color = current color Blog Post Card Border Color = current color Publish the website and visit your blog page to see the results Archives
July 2024
|
Αλκίφρονος 3 - Κάτω Πετράλωνα
Αθήνα Τ.Κ. : 11835
[email protected]
[email protected]
www.theathinaiart.com
Όροι χρήσης: Με βάση το Ν. 2121/93 περί μη αναδημοσιεύσιμου μέρους ή όλου του κειμένου
χωρίς άδεια του υπογράφοντος