της Λίλας Παπαπάσχου Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης, Παρασκευή βράδυ. Περιμένοντας να ξεκινήσει η κωμική όπερα «Η ΩΡΑΙΑ ΕΛΕΝΗ/LA BELLE HELENE» με τη θεά Αφροδίτη και τον φτερωτό Έρωτα να κυνηγιούνται στην σκηνή σαν δύο άτακτα παιδιά, μέσα στην σκηνογραφική και ενδυματολογική πανδαισία χρωμάτων, σχημάτων και υφών που δημιούργησε η Βάλια Συριοπούλου, ενώ – ξαφνικά - από τα μικρόφωνα ακούγεται μία μάλλον απροσδόκητη προτροπή τύπου «Σε λίγο θα αρχίσει η παράσταση και παρακαλείσθε να μην απενεργοποιήσετε τα κινητά σας για να φωτογραφίζετε ασύστολα, να τραβάτε βίντεο, κάνοντας άμεσα ανάρτηση στα social media….κλπ», ανατρέποντας τη συνηθισμένη μας θεατρική ρουτίνα της απενεργοποίησης των κινητών, της σχεδόν νεκρικής σιγής (την οποία αντικατέστησαν ηχηρά γέλια) και γενικότερα προδιαθέτοντάς μας θετικά για όσα «κωμικοτραγικά» ακολούθησαν… «Η Ωραία Ελένη/LA BELLE HELENE», η δημοφιλής κωμική όπερα του Jacques Offenbach, παρουσιάζεται για τέταρτη συνεχή χρονιά, μετά από την επιτυχημένη πορεία της σε διάφορες αθηναϊκές – και όχι μόνο – σκηνές, για να μας κάνει να γελάσουμε με ήρωες που κανονικά και υπό άλλες συνθήκες θα μας προκαλούσαν δέος. Με δραματουργικό καμβά την ομηρική ιστορία, ο «αιρετικός» Offenbach και οι δημιουργοί του λιμπρέτου, Ludovic Halexy & Henri Meilhac, συνθέτουν με άκρως ανατρεπτική διάθεση ένα έργο που δεν έχει καμία πρόθεση να φανεί σοβαρό, αντίθετα κάνει ότι μπορεί για να μας πείσει για την επιθυμία του να μην αφήσει τίποτα - και κανέναν - όρθιο...και ασχολίαστο... Πηνελόπη Κέφου/Αφροδίτη & Λουκάς Θεοδοσόπουλος/Έρωτας...στα χρόνια του Baywatch! Στην ίδια γραμμή κινήθηκε και η σκηνοθεσία του Παναγιώτη Αδάμ, διασκευάζοντας ιδανικά τα διαλογικά μέρη - βασισμένος στην εύηχη και λειτουργική μετάφραση του Πέτρου Χρυσάκη - και συνδυάζοντας τη ρετρό αύρα του μεσοπολέμου με τη σύγχρονη ποπ κουλτούρα, τη ραπ με το ζεϊμπέκικο, την Αφροδίτη και τον Έρωτα με την Πάμελα Άντερσον και τον Ντέιβιντ Χάσελχοφ (κι ο νοών νοείτω). Ο γνωστός σκηνοθέτης και γνώστης του συγκεκριμένου μυσικοθεατρικού είδους κατάφερε να δημιουργήσει ξεκαρδιστικές σκηνές, που σε συνδυασμό με την άρτια εκτέλεση εκ μέρους των ερμηνευτών των μουσικών κομματιών του έργου, οδήγησε σε ένα ολοκληρωμένο και απολαυστικό σκηνικό αποτέλεσμα. Όσον αφορά την εκτέλεση των μελωδικών μερών της παράστασης, οι Χρύσα Γρένδα & Γιάννης Τσανακαλιώτης ανέλαβαν τη μουσική διεύθυνση, με βάση τη μουσική προσαρμογή του Επαμεινώνδα Βεργιόγλου, ο οποίος επέλεξε ένα μικρό σύνολο τεσσάρων μουσικών για να ερμηνεύσουν τη μουσική, χωρίς ωστόσο να χαθεί η αίσθηση του μεγέθους, της έντασης, αλλά και της ποιότητας του ήχου. Αντίθετα, η πολύ ενδιαφέρουσα μεταγραφή του Επαμεινώνδα Βεργιόγλου, ανέδειξε με αίσθηση και ακρίβεια, την αδιαμφισβήτητη ομορφιά και φρεσκάδα της μουσικής του Offenbach, φέρνοντάς την ακόμα πιο κοντά στο δικό μας - αφαιρετικό - σήμερα. Ένας πολυμελής θίασος ταλαντούχων ηθοποιών/λυρικών ερμηνευτών, συνοδεία ζωντανής ορχήστρας που αποτελείται από τους (σε διπλή διανομή): Χρύσα Γρένδα & Γιάννης Τσανακαλιώτης (πιάνο), Βανέσσα Αθανασίου/Περικλής Τιμπλαλέξης (βιολί), Μαρία Παχνιστή (φλάουτο) και Καίτη Πάντζαρη (τσέλο), μας μετέδωσε αβίαστα το γέλιο ζωντανεύοντας τους ήρωες μιας παρωδίας της κλασικής ελληνικής μυθολογίας, που όταν πρωτοπαρουσιάστηκε στο Παρίσι, το Δεκέμβρη του 1864, προκάλεσε θύελλα αντιδράσεων, αφού πολλοί κριτικοί έκαναν λόγο για τολμηρά υπονοούμενα και για ανήθικη πλοκή, καταφέρνοντας βέβαια αντί να αποτρέψουν τους θεατές από το να δουν την παράσταση, να ενισχύσουν σημαντικά την εμπορική της επιτυχία. Τους απαιτητικούς – υποκριτικά και μουσικά– ρόλους του έργου ερμήνευσαν οι «καρτουνίστικα σπαρταριστοί»: Ελένη/Μαρισία Παπαλεξίου (mezzo soprano), Πάρης/Γιάννης Φίλιας (tenor), Κάλχας/Γιώργος Παπαδάκης-Μιχάλης Ψύρρας (baritone), Ορέστης/Νίκος Ζιαζιάρης (baritone), Αγαμέμνων/Γιώργος Ματθαιακάκης (baritone), Μενέλαος/Αντώνης Σιγάλας (tenor), Αχιλλέας/Στρατής Στηλ (tenor), Αφροδίτη/Πηνελόπη Κέφου & Έρωτας/Λουκάς Θεοδοσόπουλος. Γιάννης Φίλιας/Πάρης & Μαρισία Παπαλεξίου Και τι δεν είδαμε επί σκηνής...φωτισμένο με απόλυτη ακρίβεια και διάθεση "τσινετσιτά" από την Χριστίνα Θανάσουλα… Την κομψή, ναρκισσίστρια και γεμάτη αυτοπεποίθηση Ωραία Ελένη της εκπληκτικά καλλίφωνης μέτζο σοπράνο Μαρισίας Παπαλεξίου να περιφέρεται ως γνήσια ντίβα, γεμάτη ηδυπάθεια, περιμένοντας τον Πάρη να τη λυτρώσει από τη βαρετή συζυγική ζωή, ενώ παντού την αποθανατίζει ο φακός ενός μυστηριώδη παπαράτσι (σε guest εμφάνιση ο φωτογράφος Στέφανος Κυριακόπουλος) τον όμορφο και «μπρουτάλ» Πάρη του τενόρου Γιάννη Φίλια να εισβάλει στην σκηνή υποκρινόμενος τον βοσκό, έχοντας «θεϊκή» εντολή να δώσει το μήλο της Αφροδίτης στην πιο όμορφη γυναίκα του κόσμου (τουτέστιν την Ελένη) αναστατώνοντας το βασίλειο της Σπάρτης και ανατρέποντας τις "πολιτικές" ισορροπίες, τον διαπλεκόμενο μάντη Κάλχα του βαρύτονου Γιώργου Παπαδάκη να μηχανορραφεί ασυστόλως, βγάζοντας χρησμούς κατόπιν παραγγελίας, τον επιβλητικό και απρόσμενα συμπονετικό βασιλιά Αγαμέμνονα του βαρύτονου Γιώργου Ματθαιακάκη να προσπαθεί να συγκρατήσει τον απατημένο αδερφό του, κατανοώντας παράλληλα και την παραστρατημένη νύφη του, τον κακομαθημένο και σκανδαλιάρη Ορέστη του βαρύτονου Νίκου Ζιαζιάρη να «ραπάρει» με τους εξίσου γιούχου φίλους του, ως γνήσιος κα(λ)κομαθημένος γόνος σταρ πατέρα, τον συμπαθή «κερατά» Μενέλαο του τενόρου Αντώνη Σιγάλα να ωρύεται πιάνοντας στα πράσα τη μοιχό σύζυγό του, για να δώσει στη συνέχεια έστω και προσωρινά τόπο στην οργή και το ξεδιάντροπο βασιλόπουλο της Τροίας, τον απίστευτα κωμικό μέσα στην έκρηξη τεστοστερόνης του Αχιλλέα του τενόρου Στρατή Στηλ, που ήταν μία υποκριτική αποκάλυψη. Last but not least…απολαύσαμε τη χυμώδη, εκρηκτικά θηλυκή και απόλυτα ερωτική Αφροδίτη της Πηνελόπη Κέφου και τον παιγνιώδη, σκανδιναβικής κατατομής, ευλύγιστο Έρωτα του Λουκά Θεοδοσόπουλου (οι οποίοι επιμελήθηκαν και την κίνηση της παράστασης) σε δύο ρόλους που δεν υπάρχουν κανονικά στο έργο, αλλά προστέθηκαν από τον σκηνοθέτη Παναγιώτη Αδάμ, προσδίδοντας στην παράσταση μία «υπερβατική» νότα… υπαρκτού σουρεαλισμού (όπως θα έλεγε και ο αείμνηστος Τζίμης Πανούσης…). Η παράσταση που σκηνοθέτησε με πολύ κέφι και έντονα σατιρική διάθεση ο Παναγιώτης Αδάμ έχει ένα και μόνο σκοπό. Να μας διασκεδάσει με τρόπο ποιοτικό και ευχάριστο, αποδεικνύοντας περίτρανα πως ενάντια στη φήμη που θέλει το Λυρικό Θέατρο ένα θέαμα με "ελιτίστικο" χαρακτήρα και την οπερέτα είδος παρωχημένο - σχεδόν μουσειακό - εν τέλει πρόκειται για ένα λαϊκό και προσιτό θεατρικό είδος, το οποίο σίγουρα μας αφορά, εμπεριέχοντας πολλά είδη τεχνών (μουσική, χορό, υποκριτική) και εκλεπτύνοντας τις αισθήσεις μας μέσω της ομορφιάς των μουσικών συνθέσεων, τους ευρηματικούς διαλόγους και την κοσμοπολίτιτκη αύρα του. Άλλωστε η εποχή μας προσφέρεται για ανελέητη σάτιρα, αφού δυστυχώς τα κακώς κείμενα που σχολιάζει με τόση γλαφυρότητα ο Offenbach, έχουν παραμείνει αναλλοίωτα εις τους αιώνες, των αιώνων...(αμήν και πότε!)... Πηνελόπη Κέφου και Λουκάς Θεοδόσοπουλος, τρέχουν προς διάσωση... με το ανάλογο σάουντρακ Συνεπαρμένοι και εμείς από τη μοιραία γοητεία της Ωραίας Ελένης, θελήσαμε να μάθουμε περισσότερα, θέτοντας τα δικά μας ερωτήματα σχετικά με τα πολλά, καίρια και διαχρονικά ερωτήματα που κρύβονται κάτω από την επίφαση της ιλαρότητας, αναβαθμίζοντας την αξία του συγκεκριμένου έργου, το οποίο μέσω της σάτιρας καυτηριάζει τον σχεδόν παρακμιακό τρόπο ζωής των Γάλλων μεγαλοαστών στα μέσα του 19ου αιώνα, καταδεικνύοντας πως πολύ λίγα έχουν αλλάξει από τότε... παγκοσμίως! Ας δούμε όμως τι μας είπαν οι συντελεστές της παράστασης: Υπογράφετε την σκηνοθεσία της κωμικής όπερας "Η ΩΡΑΙΑ ΕΛΕΝΗ/LA BELLE HELENE", του JACQUES OFFENBACH, η οποία συνεχίζει την επιτυχημένη πορεία της και παρουσιάζεται για 4η συνεχή χρονιά στο Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης αυτήν τη φορά, σε μουσική διεύθυνση Χρύσας Γρένδια και Γιάννη Τσανακαλιώτη, με ένα πολυμελή θίασο αξιόλογων ηθοποιών και λυρικών ερμηνευτών. Πόσο εξοικειωμένο είναι το σύγχρονο αθηναϊκό κοινό με το συγκεκριμένο είδους θεάτρου; Παναγιώτης Αδάμ: Ας ξεκινήσουμε από το αδιαμφισβήτητο γεγονός οτι η οπερέτα είναι ένα κατά βάση λαϊκό είδος θεάματος. Το γιατί στην Ελλάδα επικράτησε η άποψη πως η οπερέτα και, γενικά, το λυρικό θέατρο είναι ενα είδος για λίγους κι εκλεκτούς δεν μπορώ ούτε να το καταλάβω ούτε και να το προσδιορίσω. Είναι λογικό λοιπόν, το κοινό να μην μπορεί να ξεφύγει από αυτή την παρωχημένη άποψη και να παραμένει επιφυλακτικό. Γι αυτόν το λόγο κι εμείς με την παράστασή μας προσπαθήσαμε, και σε μεγάλο βαθμό το καταφέραμε, να καθαρίσουμε λίγο την εικόνα, να δώσουμε στο κοινό να καταλάβει πως η οπερέτα είναι ένα διασκεδαστικό, σαρκαστικό και απόλυτα λαϊκού χαρακτήρα θέαμα. Τι συμβολίζει για εσάς ο μύθος της Ωραίας Ελένης και πόσο δύσκολο ήταν παρουσιάζοντας το έργο του Offenbach, να διακωμωδήσετε χαρακτήρες επικών διαστάσεων που έχουν περάσει στη συνείδηση του κόσμου ως κατεξοχήν τραγωδιακά πρόσωπα; Παναγιώτης Αδάμ: Μετά την επαφή μου με την Ωραία Ελένη του Όφενμπαχ, ο μύθος της πήρε μια άλλη διάσταση μέσα μου. Μέχρι πρότινος η ωραία Ελένη ήταν η αφορμή του Τρωικού πολέμου. Δεν είχα επικεντρώσει στην υπόσταση αυτής της γυναίκας. Δεν είχα καταλάβει πόσο εγκλωβισμένη είναι σε μια εικόνα, σ' ένα μάτσο τίτλους ομορφιάς, εξουσίας και απιστίας. Δεν είχα σκεφτεί το αυτονόητο. Τι ζητά μια γυναίκα μέσα σ' ένα υπερφίαλο, αυτιστικά εγωκεντρικό, ανδροκρατούμενο περιβάλλον; Έρωτα! Αγάπη και προσωπική ελευθερία! Έτσι απλά! Όσο για τους υπόλοιπους επικούς χαρακτήρες που πλαισιώνουν αυτήν τη μοναδική γυναίκα, δε μπήκα καν στην διαδικασία να ασχοληθώ με την τραγωδιακή τους υπόσταση. Ακολούθησα τις προσταγές του συνθέτη. Ασχολήθηκα ουσιαστικά με την πιο "πικάντικη" και σαρκαστική πλευρά του μύθου τους! Πείτε μας λίγα λόγια για το χαρακτήρα που υποδύεστε στην παράσταση και τις δυσκολίες που τυχόν αντιμετωπίσατε στην προσέγγιση του. Μαρισία Παπαλεξίου: Η Ελένη είναι μια αρκετά παρεξηγημένη ηρωίδα. Στην ιστορία έχει μείνει γνωστή για την παροιμιώδη ομορφιά της που έγινε η αιτία της έναρξης του Τρωικού πολέμου. Ο Όφενμπαχ δίνει μια άλλη διάσταση στο χαρακτήρα της. Τονίζει την υπόστασή της ως γυναίκα και σύζυγος μέσα σε μια ανδροκρατούμενη κοινωνία η οποία στην ουσία την πνίγει. Μέσα από τα μάτια του συνθέτη η Ελένη είναι μια γυναίκα όπως όλες οι γυναίκες του κόσμου, που θέλει να ζήσει. Λαχταράει να αγαπήσει και να αγαπηθεί! Γνωρίζοντας πολύ καλά ποια είναι η θέση της και η δύναμή της, θα πάρει τελικά τη ζωή της στα χέρια της και θα κάνει το μεγάλο βήμα που θα την οδηγήσει στην ευτυχία. Η δυσκολία που αντιμετώπισα στην προσπάθειά μου να προσεγγίσω την Ελένη -πέρα από τις φωνητικές απαιτήσεις του μουσικού κειμένου που δεν είναι και λίγες- ήταν να βρεθεί η σωστή αναλογία των στοιχείων που συνθέτουν τον χαρακτήρα της. Είναι βασίλισσα, ο πατέρας της είναι ο ίδιος ο Δίας, έχει δύναμη και εξουσία, ξέρει και έχει εμπεδώσει για τα καλά ότι είναι η ωραιότερη γυναίκα του κόσμου, αυτομάτως θεωρεί δεδομένο ότι όλα υποκύπτουν στο πέρασμά της, είναι ο ορισμός της θηλυκότητας. Στο τέλος όμως της ημέρας ονειρεύεται το ίδιο πράγμα με τις κοινές θνητές: την αγάπη! Ο συνδυασμός όλων αυτών των πληροφοριών με λάθος δοσολογία μπορεί να οδηγήσει σε ένα αποτέλεσμα γκροτέσκο ή και χυδαίο. Ευτυχώς σε αυτή την προσπάθεια που ομολογώ ότι με έβγαλε αρκετά από την ασφαλή ζώνη μου, είχα την πολύτιμη βοήθεια και καθοδήγηση του Παναγώτη Αδάμ. Γιάννης Φίλιας: Ο Πάρης του Όφενμπαχ είναι ένα κακομαθημένο βασιλόπουλο, που όμως (σε αντίθεση με τον Ορέστη), δεν έχει συνηθίσει να του δίνονται όλα έτοιμα, αλλά να τα κατακτά - γιατί μπορεί. Διότι προφανώς, και σύμφωνα με τη μαμά Εκάβη, «ο πασάς μας το αξίζει». Η αναπαράσταση μιας τόσο νεοελληνικής εμψύχωσης των ανδρών, κάθε άλλο παρά δύσκολη ήταν για μένα, αφού η γιδίλα του καταφερτζή κλαρινογαμπρού (ασχέτως τοπικής καταγωγής) μας περιβάλλει τόσο ζεστά ως λαό, ακόμα και στις δύσκολες μέρες που διανύουμε. Αντώνης Σιγάλας: Ο Μενέλαος είναι μια πολιτική καρικατούρα. Ο άνδρας της Ελένης, άσχημος και προδομένος, αποτελεί αυτόν γύρω από τον οποίο η υπόθεση περιπλέκεται σε επίπεδο ίντριγκας. Στο τέλος χάνει την Ελένη αλλά δεν το γνωρίζει και η εξουσία του παραμένει αλώβητη στα δικά του μάτια. Ο Όφενμπαχ κάνει μια σάτιρα της εξουσίας, που στην εποχή του ήταν η αυλή του αυτοκράτορα Ναπολέοντα του τρίτου, με τις απίστευτες εκστρατείες στο Μεξικό και τον πόλεμο της Κριμαίας. Στο πατριωτικό τρίο η σάτιρα αυτή γίνεται εμφανής. Ο Μενέλαος ωθείται στο συμβιβασμό να επιτρέψει στη γυναίκα του να φύγει στα Κύθηρα με τον Πάρι για να σώσει το λαό του. Η πολιτική αυτή σάτιρα της εξουσίας, μέσα από το πρόσωπο του Μενέλαου, βρίσκει έδαφος σε κάθε εποχή, περιλαμβανομένης και της σημερινής, δίνοντας έμφαση στον παραλογισμό αλλά και την μεγαλομανία της κάθε εξουσίας. Νίκος Ζιάζιαρης: Ο χαρακτήρας που υποδύομαι στην παράσταση είναι ο νεαρός Ορέστης. Είναι ένας έφηβος, που προορίζεται να γίνει βασιλιάς, ως γιος του ισχυρού Αγαμέμνονα και της Κλυταιμνήστρας, η οποία βέβαια δεν εμφανίζεται ως πρόσωπο του έργου. Στην παράσταση αυτή ο Ορέστης εμφανίζεται μάλλον ως ένας καλομαθημένος, ή κακομαθημένος πρίγκηπας, που ακόμη δεν έχει ενηλικιωθεί και βρίσκεται υπό την σκιά του πατέρα του. Από την άλλη πλευρά, όταν είναι μόνος του, με τους φίλους του ή με άλλους σημαντικούς ανθρώπους τις ιστορίας του έργου, όπως ο Κάλχας, δείχνει τα πρώτα σημάδια ενός μελλοντικού μονάρχη. Ένας χαρακτήρας, που όμως με την παιδικότητά του, παραμένει πολύ συμπαθητικός. Ένα άλλο στοιχείο που τονίζεται στο ανέβασμα αυτής της παράστασης είναι η μεγάλη συμπάθεια που τρέφει στο πρόσωπο του νεαρού Ορέστη, η θεία του, η Ελένη. Μια συμπάθεια που εκείνος φροντίζει να καλλιεργεί, να εκμεταλλεύεται και να απολαμβάνει. Η παράσταση σατιρίζει με πολύ έξυπνο τρόπο την εξουσία και τους παρατρεχάμενους της, κρύβοντας κάτω από την κωμική της επίφαση ένα ηχηρό πολιτικό σχόλιο. Πιστεύετε ότι μέσα από την κωμωδία είναι πιο εύκολο να περάσουν τέτοιου είδους μηνύματα; Μαρισία Παπαλεξίου: Νομίζω ότι μέσα από την κωμωδία και την σάτιρα μπορείς να περάσεις τα πιο δυνατά πολιτικά και κοινωνικά μηνύματα. Αυτό συμβαίνει κατά συρροή στην Ωραία Ελένη. Ο τρόπος με τον οποίο παρουσιάζονται οι χαρακτήρες είναι ένας καθρέφτης της κοινωνίας και του καθεστώτος της εποχής του συνθέτη. Αν το δούμε πιο προσεκτικά θα παρατηρήσουμε ότι υπάρχουν τεράστιες ομοιότητες με την δική μας, που μας αφορούν άμεσα. Γιάννης Φίλιας: Φυσικά! Νίκος Ζιάζιαρης! Η παράσταση, πράγματι με όχημα μια εξαιρετική μετάφραση και βεβαίως μια εξαιρετική μουσική, καταφέρνει να είναι μια σύγχρονη κωμωδία με πολιτική διάσταση. Ο Παναγιώτης Αδάμ σκηνοθέτησε με μια τέτοια ματιά το έργο, ώστε τα μηνύματα που κρύβονται στο κείμενο να αναδειχθούν. Το χιούμορ είναι ίσως ο καλύτερος τρόπος με τον οποίο μπορείς να μιλήσεις για πολύ σημαντικά θέματα και να περάσεις δυνατά μηνύματα. Εξάλλου, μέσω του χιούμορ λέγονται τα πιο σοβαρά πράγματα και οι πιο σκληρές αλήθειες. Η «Ωραία Ελένη» όντως καυτηριάζει με το χιούμορ της τον την εξουσία, την αυταρχικότητα και την ωραιοπάθειά της. Με βάση όλα τα παραπάνω (κι ακόμη περισσότερα που μόνο δια ζώσης μπορείτε να διαπιστώσετε) αφήστε στην άκρη τις προκαταλήψεις παντός είδους και αφεθείτε στη σαγήνη της παράστασης "ΩΡΑΙΑ ΕΛΕΝΗ/LA BELLE HELENE", της "προκλητικά διασκεδαστικής" αυτής όπερας του Offenbach, που μέσω της σκηνοθεσίας του Παναγιώτη Αδάμ, αναδεινύεται σε ένα απόλυτα σύγχρονο θέαμα που μας παρασύρει στους ξέφρενους ρυθμούς του... Κάθε Πέμπτη, Παρασκευή και Σάββατο, στις 20.30, στο Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης...καλά να περάσετε!! (και μην πείτε ότι δεν σας προειδοποιήσαμε...) __________________________________________________________________________________ www.mcf.gr Η Ωραία Ελένη/LA BELLE HÉLÈNE του JACQUES OFFENBACH Κωμική όπερα σε τρεις πράξεις σε λιμπρέτο των Ludovic Halevy & Henri Meilhac Σκηνοθεσία: Παναγιώτης Αδάμ Μουσική Διεύθυνση: Χρύσα Γρένδα – Γιάννης Τσανακαλιώτης. Από 25 Ιανουαρίου 2018 Για περιορισμένο αριθμό παραστάσεων Πέμπτη-Παρασκευή- Σάββατο στις 20:30 Η Ωραία Ελένη, η ξεκαρδιστική οπερέτα - έκπληξη που κέρδισε κοινό και κριτικούς, επιστρέφει για τέταρτη συνεχή χρονιά, από τις 25 Ιανουαρίου στο θέατρο του ΙΜΚ, σε σκηνοθεσία Παναγιώτη Αδάμ και μουσική διεύθυνση Χρύσας Γρένδα – Γιάννη Τσανακαλώτη. Η γνωστότερη φάρσα του Offenbach, είναι μια σάτιρα που δεν χαρίζεται σε κανέναν, ένα έργο με μελωδίες που δημιούργησαν σχολή, μια μουσική κωμωδία που, από τις πρώτες νότες ως το φινάλε, συνδυάζει ευρηματικά υπέροχες μουσικές ερμηνείες με σκηνές αυθεντικής αίσθησης του χιούμορ. Μέσα από μια ανανεωμένη και σύγχρονη ματιά -σκηνοθετικά, κινησιολογικά και ερμηνευτικά- η Ωραία Ελένη μιλάει ελληνικά και σκιαγραφεί ανάλαφρα αλλά χωρίς περιστροφές, μια κοινωνία που κάνει ό,τι μπορεί για να μη βρεθεί αντιμέτωπη με την πικρή αλήθεια της καθημερινότητας. Ταυτότητα της παράστασης: Σκηνοθεσία: Παναγιώτης Αδάμ Μουσική Διεύθυνση: Χρύσα Γρένδα, Γιάννης Τσανακαλιώτης Μουσική Προσαρμογή: Επαμεινώνδας Βεργιόγλου Ελληνική Μετάφραση: Πέτρος Χρυσάκης Σκηνικά - Κοστούμια: Βάλια Συριοπούλου Προσαρμογή Διαλόγων: Παναγιώτης Αδάμ Επιμέλεια Κίνησης: Πηνελόπη Κέφου-Λουκάς Θεοδοσόπουλος Σχεδιασμός Φωτισμών: Χριστίνα Θανάσουλα Φωτογραφίες: Στέφανος Κυριακόπουλος Ερμηνεύουν: Μαρισία Παπαλεξίου Γιάννης Φίλιας Γιώργος Παπαδάκης Γιώργος Ματθαιακάκης Αντώνης Σιγάλας Νίκος Ζιαζιάρης Στρατής Στηλ Πηνελόπη Κέφου Λουκάς Θεοδοσόπουλος Μιχάλης Ψύρρας Παίζουν οι μουσικοί: Πιάνο: Χρύσα Γρένδα Βιολί: Βανέσσα Αθανασίου, Περικλής Τιμπλαλέξης Τσέλο: Καίτη Πάντζαρη Φλάουτο: Μαρία Παχνιστή Το έργο Στην κατά Offenbach εκδοχή, η μυθική ηρωίδα βρίσκεται εγκλωβισμένη σ’ ένα ανδροκρατούμενο περιβάλλον, διψασμένο για δύναμη και εξουσία. Έναν κόσμο που, μόνιμα και εμμονικά, αρνείται να αντιμετωπίσει τη σήψη που τον κατατρώει. Εγωπαθείς βασιλιάδες, κακομαθημένα πριγκιπόπουλα, διεφθαρμένοι ιερείς, συνθέτουν τον σουρεαλιστικό καμβά της ιστορίας.Ο συνθέτης χρησιμοποιεί την ηρωίδα του ως σύμβολο της προσωπικής ελευθερίας του ατόμου και της απελευθέρωσής του από τις στείρες κοινωνικές συμβάσεις που μας κρατούν δέσμιους μέχρι και σήμερα. «Χρησιμοποιώντας το πολύτιμο υλικό του, θελήσαμε με χιούμορ και υπαινικτικά σαρκαστική διάθεση, όπως αυτός προστάζει, να στήσουμε μια φωτεινή και ευφάνταστη παράσταση που στόχο της έχει να ξαναδώσει στην κωμική όπερα τον λαϊκό της χαρακτήρα. Η ελληνική απόδοση του libretto και οι άμεσα αναγνωρίσιμες εικόνες στις οποίες βασιστήκαμε για τη δημιουργία αυτής της δουλειάς, συνθέτουν ένα θέαμα εύληπτο και ευφρόσυνο για τον σύγχρονο θεατή» σημειώνουν οι δημιουργοί της παράστασης. Ο συνθέτης Ο Jacques Offenbach γεννήθηκε στην Κολωνία το 1819.Ξεκίνησε αρχικά να παίζει βιολί και στη συνέχεια τσέλο. Το 1833 η οικογένεια του μετακόμισε στο Παρίσι, όπου ο Offenbachκέρδιζε τα προς το ζην ως μουσικός ορχήστρας στην Opera Comique και συνέθετε μουσική δωματίου (ρομάντζα και βαλς). Η πρώτη του προσπάθεια να γράψει σκηνικά έργα δεν ήταν πετυχημένη. Το 1850 έγινε Διευθυντής του Γαλλικού Θεάτρου και τη χρονιά της Παγκόσμιας Έκθεσης του Παρισιού (1855) άνοιξε το δικό του θέατρο, το Bouffes-Parisiens στα Ηλύσια Πεδία. Στο απόγειο της φήμης του, τη δεκαετία του 1860, ο Henri Meilhac και ο Ludovic Halévy συνεργάστηκαν μαζί του ως λιμπρετίστες. Μετά το Γαλλοπρωσικό Πόλεμο και την κατάρρευση της Δεύτερης Αυτοκρατορίας, η διάθεση της κοινωνίας άλλαξε και τα έργα του έγιναν λιγότερο δημοφιλή. Το Θέατρο της Χαράς πτώχευσε και αυτός αναχώρησε για περιοδεία στην Αμερική για να ξαναδοκιμάσει την τύχη του. Πέθανε ενώ ακόμα δούλευε στα Παραμύθια του Χόφμαν, μια φανταστική όπερα, την οποία συμπλήρωσε ο Ernest Guiraud. Comments are closed.
|
ΧΟΡΗΓΟΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ
ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ
ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ This section will not be visible in live published website. Below are your current settings: Current Number Of Columns are = 2 Expand Posts Area = Gap/Space Between Posts = 10px Blog Post Style = card Use of custom card colors instead of default colors = Blog Post Card Background Color = current color Blog Post Card Shadow Color = current color Blog Post Card Border Color = current color Publish the website and visit your blog page to see the results Archives
July 2024
|
Αλκίφρονος 3 - Κάτω Πετράλωνα
Αθήνα Τ.Κ. : 11835
[email protected]
[email protected]
www.theathinaiart.com
Όροι χρήσης: Με βάση το Ν. 2121/93 περί μη αναδημοσιεύσιμου μέρους ή όλου του κειμένου
χωρίς άδεια του υπογράφοντος