της Μαρίας Σούμπερτ Ένας από τους πιο κλασικούς τσακωμούς ανάμεσα σε μικρά παιδιά είναι το μη μοίρασμα των παιχνιδιών. Όταν επισκεπτόμαστε με την κόρη μου την ξαδέρφη της, γίνεται ο κακός χαμός. Η μια θέλει να δοκιμάσει όλα τα παιχνίδια της άλλης και η άλλη δεν την αφήνει. Η Ειρήνη κλαίει. Όταν όμως έρχεται η Άσπα στο σπίτι και θέλει να δει εκείνη τώρα τα παιχνίδια της Ειρήνης, η Ειρήνη δεν την αφήνει.
Παράλογο; Όχι ιδιαίτερα αφού τα παιδιά έχουν έντονη την αίσθηση της κτητικότητας, του τι είναι δικό τους –άλλωστε δεν έχουν περάσει και πολλά χρόνια από την συνειδητοποίηση του τι είναι «εγώ» και τι «μη-εγώ». Είναι ακόμα στην ηλικία που μαζί με τον παιδικό σταθμό και το προνήπιο ξεκινούν να κοινωνικοποιούνται, να μαθαίνουν να μοιράζονται. Και παρ’ ότι τα παιδιά σε αυτή την ηλικία έχουν μια εγγενή τάση να παρηγορήσουν και να υποστηρίξουν, είναι γεγονός πως χρειάζονται κι εκείνα λίγη βοήθεια σε αυτό το ζήτημα. Εδώ έρχεται η Λούνα, η σειρά βιβλίων της Λήδας Βαρβαρούση και της Agnes Verboven, που απευθύνεται σε παιδιά από δύο ετών και με πρωταγωνίστρια την Λούνα –την σκυλίτσα της Λήδας δηλαδή- φέρνει στο προσκήνιο τις δυσκολίες που βιώνουν τα παιδιά σε αυτές τις ηλικίες. Στο πρώτο βιβλίο η Λούνα ντρεπόταν να προσεγγίσει τα άλλα παιδιά. Τώρα θέλει να κάνει κι εκείνη ποδήλατο. Ο φίλος της ο Λίο όμως δεν της το δίνει. Η Λούνα λοιπόν πρέπει να γίνει δημιουργική. Θα του προτείνει να παίξουν οικογένεια, να «πάει αυτός στο γραφείο» και εκείνη να βγει για εξωτερικές δουλειές, να ψωνίσει για να μαγειρέψει. Και εκεί που τα στερεότυπα δείχνουν τα δόντια τους, οι δημιουργοί του βιβλίου σημειώνουν πολύ σωστά «Αύριο θα είναι η σειρά μου». Τη μια μέρα οικιακές δουλειές η Λούνα, την άλλη ο Λίο και αντίστροφα. Γιατί έτσι παίζονται τα παιχνίδια –αλλά και η πραγματική ζωή. Πρέπει καθένας να έχει τη σειρά του, καθένας να μπορεί να παίξει πολλούς ρόλους και να τους ευχαριστιέται όσο το δυνατόν περισσότερο, αλλά και όταν αυτό δεν είναι εφικτό, πάντα υπάρχει η λύση να παίξουν όλοι μαζί ταυτόχρονα. Πήραμε λοιπόν την άδεια από τη μαμά Λήδα και παρουσία της, μιλήσαμε με τη Λούνα και τις κάναμε όλες τις ερωτήσεις που μας έρχονταν στο μυαλό. της Μαρίας Σούμπερτ Χρειάζεται ένα βρέφος να δει θέατρο;
Αν με ρωτήσετε εμένα, θα σας πω πως φυσικά και ναι! Η εικόνα που θα προσλάβει, τα ερεθίσματα που θα εισπράξει αποτελούν έναν μαγικό νέο κόσμο που θα ανοίγεται μπροστά του, γεμάτος χρώματα, ήχους, μυρωδιές, υφές και γεύσεις –αφού σχεδόν τα πάντα είναι σε θέση να μπουν στο στόμα! Το θέατρο λοιπόν, ως ο συγκεραστής όλων των τεχνών φαίνεται να μπορεί να απευθυνθεί σε όλες τις αισθήσεις σχεδόν ταυτόχρονα και για το λόγο αυτό αποτελεί μια ξεχωριστή και ιδιαίτερη εμπειρία για τους πολύ μικρούς θεατές –τους θεατές εκείνους που σιγά σιγά μαθαίνουν να παρακολουθούν. Και αν κάτι ελπίζω εγώ, είναι από τους θεατές αυτούς να μεγαλώσει μια γενιά που θα μάθει να ακούει και να παρατηρεί, που δε θα διακόπτει, που θα σέβεται αυτό που συμβαίνει απέναντί της. Και που θα αγαπάει την τέχνη. Για αυτά και άλλα πολλά συνομιλήσαμε με την ηθοποιό, σκηνοθέτη και Καλλιτεχνική Διευθύντρια της Artika - μέλος του Small size Network και του μεγάλου Ευρωπαϊκού Προγράμματος «Mapping – a map on the aesthetics of performing arts for the early years» (Creative Europe 2018-2022), Μαριλένα Τριανταφυλλίδου, με αφορμή τις δύο παραστάσεις της ομάδας «Κάτι σαν Κήπος» και «Πάει έρχεται!» που πραγματοποιούνται στο Studio Μαυρομιχάλη. της Μαρίας Σούμπερτ Ε, εσείς! Εγώ σας μιλάω, ναι, εδώ, κρυμμένη πίσω από την οθόνη του υπολογιστή. Μηηηη… Όχι, μην πλησιάζετε, είμαι σίγουρη πως μας παρακολουθούν! Δεν ξέρω ποιος, πάντως είμαι σίγουρη πως δεν είναι για καλό! Αυτά μου είπε και ο καθηγητής Φίλιππος Φιλίππου, ο οποίος πρόσφατα εθεάθη σε ακτιβιστική δράση στην Γροινλανδία. Μη με πιέζετε, πραγματικά δεν μπορώ να πω περισσότερα. Μπορώ όμως να μιλήσω γενικά και αόριστα –για να μην μας πάρουν χαμπάρι. Γενικά και αόριστα λοιπόν, η Τζένη Κουτσοδημητροπούλου γράφει το δεύτερο βιβλίο του Ημερολογίου ενός Εξερευνητή, που αυτή τη φορά βρίσκεται στην παγωμένη γη. Στη Γροιλανδία δηλαδή, όπου και επισκέπτεται τους ιθαγενείς Ινουίτ, ζει κάποιες μέρες μαζί τους και περιγράφει τις συνήθειές τους και τα προβλήματά τους στο ημερολόγιό του. Η αφήγηση θυμίζει πολύ το κεφάλαιο «Κουίκουερν» από το δεύτερο Βιβλίο της Ζούγκλας, όπου και ο Κίπλινγκ περιγράφει τη ζωή στους πάγους –πολλά κοινά έχει η περιγραφή του κυνηγιού της φώκιας με την εμπειρία του καθηγητή Φιλίππου. Τα ημερολόγια του αυτά τα στέλνει σε δύο παιδιά, την Λίνα και τον Άρη, που θα κληθούν να κάνουν κάτι…Τι όμως; Η Τζένη Κουτσοδημητροπούλου γράφει ένα βιβλίο για μια φυλή ξένη σε εμάς, τους Ινουίτ, για τα έθιμά τους και τον τρόπο ζωής τους, εισάγοντας τους νεαρούς αναγνώστες στην κατανόηση της πολυπολιτισμικότητας, αλλά και της ανάγκης της προστασίας του περιβάλλοντος. Ο σκοπός δεν είναι να καταργήσουμε τις εξελίξεις της τεχνολογίας στην καθημερινότητά μας, την υγεία, την παιδεία και τον πολιτισμό, αλλά να τις συνδυάσουμε με έναν διαφορετικό τρόπο ζωής, που θα φροντίσει το σπίτι μας. Γιατί όπως διάβασα σήμερα στο διαδίκτυο έχουμε δύο σπίτια: τη γη και το σώμα μας. Και προς το παρόν το σώμα του καθηγητή Φιλίππου κινδυνεύει. Για το λόγο αυτό τον συναντήσαμε μυστικά και του θέσαμε κάποιες ερωτήσεις. Ινκόγκνιτο. της Μαρίας Σούμπερτ Ποια είναι αυτή η εσωτερική φωνή που πάντα μας υποδεικνύει τι κάνουμε λάθος; Ή πως και λάθος να μην είναι, δεν είναι τέλος πάντων αρκετό; Σε ποιον ανήκει; Είναι δική μας ή έχει το ηχόχρωμα κάποιου κοντινού μας προσώπου; Αυτή η παρεμβατικότητα φαίνεται να απασχολεί την Ευτυχία Ηλιάδου στο παραμύθι της «Ο Ακροβάτης & οι άλλοι», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μάρτης. Ήρωας στο βιβλίο αυτό δεν είναι το μικρό αγόρι, ούτε καν ο συνοδός του –επιτρέπεται άραγε να είναι απλώς ένας ακροβάτης; Ηρωίδα στο βιβλίο αυτό είναι η ίδια η συγγραφέας και εικονογράφος, η οποία φαίνεται πως παλεύει με το υπερεγωτικό εκείνο κομμάτι που συνεχώς κρίνει και κριτικάρει την επιλογή της να δώσει στο παιδί έναν ακροβάτη να έχει μαζί του. Είναι όμως αρκετός ένας ακροβάτης; Μήπως καλύτερα να είχε ένα λιοντάρι; Ένα δράκο; Μια μικροσκοπική κουζίνα; Ένα κοχύλι; Ένα σκυλάκι ίσως ή μήπως ο γνωστός σε όλους μας σαλιαμπάλιας; Πραγματικά όμως… Μια μπάλα; Μια κιθάρα; Μοιάζει σα να μην μπορεί αυτή η εσωτερική –ή εξωτερική- φωνή να ικανοποιηθεί με τίποτα. Και παρ’ ότι η δημιουργός προσπαθεί συνεχώς να φανεί αρκετά καλή απέναντί της, το αποτέλεσμα είναι η φωνή να κουραστεί και να τα παρατήσει. Στην περίπτωση του αγοριού και του ακροβάτη, η έκβαση αυτή είναι η καλύτερη δυνατή. Το υπερεγωτικό κομμάτι επιτέλους σιωπά και η δημιουργία μπορεί να συνεχιστεί απρόσκοπτα. Ποια είναι όμως αυτή η εσωτερική φωνή που ορίζει τι είναι αρκετά καλό για εμάς και τι όχι; Είναι μια μητέρα που συνεχώς κριτικάρει; Ένας πατέρας ή ένας δάσκαλος; Είναι σίγουρα ένα πρόσωπο επιρροής, ένα πρόσωπο το οποίο το ίδιο το παιδί έχει ανάγκη να ικανοποιήσει για να πάρει την αποδοχή του –και το πρόσωπο αυτό μοιάζει το ίδιο το παιδί να το εσωτερικεύει μεγαλώνοντας έτσι ώστε να πρέπει συνεχώς να το ικανοποιεί άσχετα με τις επιλογές που θα κάνει. Σε αυτές τις περιπτώσεις –και για αναγνώστες ασχέτου ηλικίας- ο Ακροβάτης της Ευτυχίας Ηλιάδου έρχεται να μας προτείνει πως ακόμα και εκείνοι που μόνο κριτικάρουν κάποια στιγμή θα κουραστούν και θα σταματήσουν και τότε θα μπορέσει και πάλι να αναβλύσει από μέσα μας η δημιουργικότητα. Για αυτό άλλωστε την προσεγγίσαμε και εμείς και της ζητήσαμε να μας πει αν κι εμείς τα είπαμε καλά, αλλά και να προσθέσει όσα εμείς δεν ξέρουμε για το πώς ξεκίνησε να γράφει, τι την εμπνέει, αλλά και τι συμβαίνει πια μπροστά σε μια λευκή σελίδα! της Μαρίας Σούμπερτ Από τις 19 Οκτωβρίου και κάθε Σάββατο στις 15:00 η Εταιρεία Θεάτρου ΛΑΜΠΑ δίνει ραντεβού στον Πολυχώρο Πολιτισμού Διέλευσις για την παρουσίαση της παράστασης «Κι όμως… Κινείται!» που συνεχίζει για 3η χρονιά. Η παράσταση ανεβαίνει και στο Μουσείο Τηλεπικοινωνιών Ομίλου ΟΤΕ στην Κηφισιά, καθώς επίσης και σε σχολικές αίθουσες σε όλη την Ελλάδα για τη σχολική χρονιά 2019-2020. Η συγγραφέας και σκηνοθέτης της παράστασης Γλύκα Στόιου μιλάει στο Θεαθήναι για την γέννηση της παράστασης, αλλά και το μεγάλο της ταξίδι από το 2017 μέχρι σήμερα. Εμείς της ευχόμαστε το ταξίδι να συνεχιστεί με επιτυχία! της Μαρίας Σούμπερτ Πόσο εύκολο είναι να «μπούμε στα παπούτσια των άλλων»; Και γιατί; Πρέπει να μπαίνουμε στα παπούτσια των άλλων; Και αν δεν φοράνε κάλτσες; Αν βρωμάνε τα πόδια τους; Τα τελευταία χρόνια η ενσυναίσθηση έχει γίνει η πιο πολυχρησιμοποιημένη λέξη σε όσους ασχολούνται με το Παιδί, την Ψυχική Υγεία, αλλά και τις διάφορες διαταραχές που εμφανίζονται μέσα στην εκπαιδευτική ζωή. Γιατί είναι όμως απαραίτητη; Και πώς μπορεί να χωρέσει σε ένα παραμύθι; Η Άλκηστη Χαλικιά γράφει για τα παπούτσια των άλλων, που τραβούν το ενδιαφέρον της Ματού, της μικρής της ηρωίδας που ζει εικοσιτρία χιλιόμετρα από το Παρίσι. Και που επιστρέφοντας σπίτι της καθημερινά ανακάλυψε το τοπικό τζαμί με τα δεκάδες παπούτσια απ’ έξω. Και που αποφάσισε να τα δοκιμάσει και να φανταστεί τι είναι αυτό που έδωσε σε κάθε συγκεκριμένο ζευγάρι τη φόρμα του. Το ενδιαφέρον εύρημα της Χαλικιά είναι πως ξεκινώντας την «περιδιάβαση» της Ματού στα παπούτσια έξω από το τζαμί δημιουργεί την αρχική εντύπωση πως το βιβλίο θα αφορά στη διαφορετικότητα και την αποδοχή της. Περιμένει δηλαδή κανείς στην αρχή να εξελιχθεί η ιστορία πάνω στη διαφορετικότητα. Η Ματού όμως δεν ενδιαφέρεται για τις θρησκευτικές και πολιτισμικές επιλογές και καταγωγές των άλλων. Για την Ματού ο άλλος είναι πάντα ο άλλος. Είτε πρόκειται για ανθρώπους που δεν γνώρισε, είτε για την οικογένειά της. Γιατί η μητέρα μπορεί να είναι ο Σημαντικότερος και Σημαντικότατος Άλλος της, είναι πάντα όμως μια άλλη, που δεν μπορεί να μπει στο μυαλό και τις σκέψεις της. Έτσι η Ματού συνεχίζει να παίζει. της Μαρίας Σούμπερτ Η Φρανσουάζ Ντολτό περιγράφει τους εφήβους σαν αστακούς, την περίοδο που αλλάζουν πανοπλία. Έτσι και τα παιδιά εκείνα που αφήνουν όσα ήξεραν πίσω τους, την σιγουριά της αυθεντίας των γονιών και των δασκάλων, την σιγουριά του ποιοι είναι και τι κάνουν σε αυτόν τον κόσμο, για να εισέλθουν στην πιο ταραγμένη ίσως περίοδο της ζωής τους –μια περίοδο όπου όλα αμφισβητούνται. Για τους εφήβους αυτούς γράφει ο Φίλιππος Μανδηλαράς, ο οποίος γράφει και μεταφράζει σταθερά εδώ και είκοσι χρόνια βιβλία για παιδιά και εφήβους. Και με αφορμή την δολοφονία του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου παρακινήθηκε να γράψει για τα περίεργα εκείνα πλάσματα που ελάχιστοι μπορούν να καταλάβουν. Βασικά, μόνο εκείνοι που θυμούνται πώς ήταν τα δικά τους χρόνια στην εφηβεία. της Μαρίας Σούμπερτ Για τα περισσότερα παιδιά τα αντικείμενα έχουν ψυχή. Βάζουν τα κουκλάκια τους για ύπνο κάθε βράδυ, μιλάνε στους μαρκαδόρους όταν αυτοί τελειώνουν και τους ζητάνε να αντέξουν λίγο ακόμα, περιγράφουν τις εμπειρίες τους μέσα από τα αντικείμενα και τα παιχνίδια τους. Ένα κουκλάκι που είναι θυμωμένο λέει κάτι για το ίδιο το παιδί που παίζει μαζί του. Ή μια παντόφλα. Συγνώμη, ένα ζευγάρι παντόφλες.
Ο Αλέξανδρος Πράσσας γράφει ένα παιδικό βιβλίο με ήρωες ένα ζευγάρι γάτες. Παντόφλες- γάτες. Οι γάτες του όμως δεν είναι συνηθισμένες παντόφλες. Με τη βοήθεια της μαμάς που κάθε χρόνο τους προσθέτει και μια ρίγα, οι παντόφλες αυτές συντροφεύουν την μικρή Ρόζα εδώ και αρκετά χρόνια. Μαζί της ζούνε πολλές περιπέτειες, μπαίνουν στο πλυντήριο, πετάνε στον αέρα, κρύβονται κάτω από το κρεβάτι, πετιούνται κατά λάθος στα σκουπίδια, βρίσκονται στον ακάλυπτο και κάνουν παρέα σε μια αρβύλα που μεταμορφώθηκε σε γλάστρα. Οι γάτες λοιπόν αυτές, ο Φιγκ και ο Φογκ –που είναι ίσως και ο Φογκ και ο Φιγκ, ή τέλος πάντως τι θα γίνει αν ο Φιγκ γίνει ο Φογκ και πάει λέγοντας- περιγράφουν τη ζωή τους με την μικρή Ρόζα –λάθος, το δωμάτιο της Ρόζας περιγράφει την ιστορία τους. Μέσα από τις περιπέτειές τους, τις τρομάρες και τις ανακαλύψεις τους όμως παρακολουθούμε και την ίδια τη Ρόζα να μεγαλώνει. της Μαρίας Σούμπερτ Αν αρχίσω να σας αφηγούμαι τις περιπέτειές μου σχετικά με την ώρα, το χρόνο και τα ρολόγια, θα περάσουν χρόνια… (Χα! Έκανα λογοπαίγνιο!)
Η αλήθεια είναι πως μέχρι πριν από κάποια χρόνια με μπέρδευε το τι ώρα είναι το 17.00 ή το 20.00. Όταν τελείωνε η μπαταρία του ρολογιού μου θεωρούσα πως έχει χαλάσει. Αλλά και ένα κλασικό μου πρόβλημα είναι πως ενώ έχω την καλύτερη πρόθεση ποτέ πια δεν μπορώ να φτάσω κάπου στην ώρα μου - παλιά έφτανα και μισή ώρα νωρίτερα… Η ώρα και ο χρόνος είναι ίσως από τα πιο περίπλοκα θέματα που καλείται να μάθει ένα παιδί. Δεδομένου πως και τα δύο συνδέονται άμεσα με τον αυτοέλεγχο και την οργάνωση του ατόμου, είναι πολύ εύκολο να γίνουν βραχνάς. Η ίδια η μέτρηση του χρόνου άλλωστε μπορεί να βασίζεται σε μαθηματικούς τύπους, στην παρατήρηση του ήλιου και της σελήνης και μπλα μπλα μπλα, αλλά ότι και να μου πεις εσύ, εγώ θα συνεχίσω να θεωρώ πως είναι κάτι που σε κυνηγάει. Το ίδιο παθαίνει και ο ήρωας της Παναγιώτας Στρίκου Τομοπούλου, όταν πια φτάνει σε ηλικία να μάθει την ώρα. Ο παππούς του χαρίζει ένα πολύχρωμο ρολόι για να είναι πολύχρωμες οι ώρες του και η περιπέτεια ξεκινάει. Η πρώτη περίοδος είναι το παιχνίδι. Το παιδί εξερευνάει το νέο αντικείμενο και προσπαθεί να το καταλάβει. Όταν όμως αρχίσει να μαθαίνει την ώρα, όταν μπει στη ζωή του το ξυπνητήρι και η κλεψύδρα για το πλύσιμο των δοντιών, όλη του η καθημερινότητα μοιάζει πια να ορίζεται από τον χρόνο. Και το παιχνίδι γίνεται καταναγκασμός. Η δημιουργικότητα χάνεται, η πραγματική χρήση του ρολογιού ορίζει τη ζωή του παιδιού, μέχρι που εκείνο χαλάει. Και ο μικρός μας ήρωας γίνεται και πάλι παιδί, ανέμελος. Κι αν κρατάω κάτι πιο έντονα από όλη την αφήγηση είναι όλη αυτή η απαραίτητη περιπλάνηση στα άκρα προκειμένου να μαθαίνουμε κάτι. Από την άγνοια και τον πειραματισμό περνάμε στον καταναγκασμό, για να βρούμε στην πορεία την μέση οδό. Μόνο εγώ δεν έχω καταφέρει να βρω την μέση οδό και να φτάνω στα ραντεβού μου ούτε πιο νωρίς, ούτε πιο αργά… Αναρωτώμενη λοιπόν πως το βιώνει η ίδια η συγγραφέας, επικοινωνήσαμε με την Παναγιώτα Στρίκου Τομοπούλου και την ρωτήσαμε για τη δική της σχέση με το χρόνο, αλλά και την γέννηση αυτού του βιβλίου. της Μαρίας Σούμπερτ Οι πιτσιμπουίνοι πίνουν πιτσικολάδα και τρώνε πιτσιψωμί. Είναι πολύχρωμοι και μοιάζουν με πιγκουίνους, αλλά μην γελιέστε! Είναι κάτι τελείως διαφορετικό. Οι πιστιμπουίνοι ζουν στο νησί Πίτσι Πίτσου, στη μέση του οποίου βρίσκεται η Λίμνη Λαμπίκο. Όχι απλώς επειδή είναι καθαρή, μας εξηγεί η Ευτυχία Γιαννάκη, αλλά επειδή όποιος πιτσιμπουίνος μπει μέσα, βγαίνει κι αυτός λαμπίκο. Η ίδια η λέξη «Πιτσιμπουίνοι» που θυμίζει ίσως κάτι ανάμεσα σε πιτσούνια και πιγκουίνους, μοιάζει λέξη που θα έλεγε κανείς χαϊδευτικά σε ένα παιδί –μοιάζει με λέξη που γέννησε το παιχνίδι.
Στη λίμνη αυτή πάνε εκδρομή τα πιτσιμπουίνια με την γυμνάστριά τους για να κολυμπήσουν, όταν όμως φτάνουν, ανακαλύπτουν πως η λίμνη έχει αδειάσει. Εγκληματική πράξη; Περιβαλλοντική καταστροφή; Άνοιξε η τάπα και ρούφηξε όλο το νερό; Η Ευτυχία Γιαννάκη γράφει ένα «αστυνομικό» παραμύθι για παιδιά από τριών χρονών, το οποίο ακολουθεί την ίδια την «ανακαλυπτική» πορεία ενός τρίχρονου: αυτό που για ένα μεγαλύτερο παιδί ή έναν ενήλικα είναι αυτονόητο, για ένα νήπιο ισούται με την ανακάλυψη της Αμερικής! Σε συνδυασμό με την εξαιρετική εικονογράφηση της Σοφίας Τουλιάτου που για ακόμα μια φορά συμπληρώνει με απίστευτο χρώμα την αφήγηση, η συγγραφέας μας εισάγει στον μαγικό κόσμο των Πιτσιμπουίνων, κατασκευάζοντας μια κοινωνία που μοιάζει αρκετά με την ανθρώπινη, και δη την πολιτισμένη, είναι όμως ταυτόχρονα ενταγμένη στη φύση και το φυσικό περιβάλλον. Είναι δηλαδή ακριβώς όπως την θέλει ένα παιδί. της Μαρίας Σούμπερτ Είναι γεγονός πως σπάνια μου αρέσουν παιδικά βιβλία τα οποία μιλάνε για την «πραγματική πραγματικότητα». Προτιμώ να εφεύρει ο συγγραφέας τρόπους μεταφορικούς, συμβολικούς, τρόπους που θα λειτουργήσουν χωρίς ίχνος διδακτισμού επάνω στα παιδιά.
Παρ’ ότι όμως η Μαρία Ανδρικοπούλου γράφει για μια πολύ «πραγματική πραγματικότητα», το βιβλίο της και η ιστορία από την οποία εμπνέεται, ανήκουν στις περιπτώσεις εκείνες που χαίρομαι που κάποιος πήρε πρωτοβουλία και τις έκανε βιβλίο. Όχι για να διδάξει, αλλά για να ευαισθητοποιήσει, να μην τις αφήσει να ξεχαστούν. Το άρθρο 28 της Διακήρυξης των Δικαιωμάτων του Παιδιού αναφέρει πως «τα συμβαλλόμενα κράτη αναγνωρίζουν το δικαίωμα του παιδιού στη μόρφωση». Τον Απρίλη του 2016 διαβάσαμε πρώτη φορά για τον Σαμπέρ Χοσεϊνί, δάσκαλο από το Αφγανιστάν, ο οποίος αποφάσισε να φτιάξει με το ποδήλατό του μια κινητή βιβλιοθήκη ώστε να ταξιδέψουν τα βιβλία, η γνώση και η φαντασία σε όλες τις δύσβατες περιοχές του Αφγανιστάν. Ο δάσκαλος αυτός αποτέλεσε την έμπνευση της Μαρίας Ανδρικοπούλου, η οποία αφηγείται την ιστορία του Μπεσάρ (αναγραμματισμός του Σαμπέρ άραγε;), ο οποίος θα χρησιμοποιήσει τα ποδήλατα που άλλοι χρησιμοποιούν για να σπέρνουν την καταστροφή, με τον ακριβώς αντίστροφο τρόπο: για να σπείρει την ελπίδα. της Μαρίας Σούμπερτ Αρχαία Αθήνα, δούλοι, πολιτικοί, φαγητό και πολλές αφηγήσεις.
Το βιβλίο της Εύης Πίνης είναι μια αφήγηση μέσα στην αφήγηση, όπου ο δούλος μάγειρας της Θόλου Χυτρίων αφηγείται στον Καλλίμαχο την ζωή του, πώς έγινε δούλος, πώς έχασε τη μητέρα του, αλλά και πώς πιθανά αυτός ο Κορίνθιος ξένος που έχει τα ίδια μάτια με τα δικά του και ένα μυστηριώδες μενταγιόν κρεμασμένο στο λαιμό, να είναι γιος του. Η Εύη Πίνη σπούδασε αρχαιολογία στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και εργάζεται στο Υπουργείο Πολιτισμού, στο τμήμα Εκπαιδευτικών Προγραμμάτων και Επικοινωνίας. «Το μυστικό του δούλου» λοιπόν, είναι ένα βιβλίο που μιλάει για την ελευθερία και την απώλειά της –αλλά και την αβίαστη ευκολία με την οποία μπορούσε να συμβεί κάτι τέτοιο-για τις δολοπλοκίες και τον έρωτα στα χρόνια της αρχαίας Αθήνας, αλλά και για την καθημερινότητα μιας πόλης, η πορεία και τα κατορθώματα της οποίας έχουν ορίσει την ελληνική συνείδηση μέχρι σήμερα. Ταυτόχρονα παρουσιάζει με ενδιαφέροντα τρόπο τον τρόπο που λειτουργούσε η δημοκρατία στην αρχαία Αθήνα –μια αφήγηση πιο χρήσιμη από ποτέ, αφού στην ίδια αυτή πόλη έχουν ήδη διεξαχθεί οι δημοτικές εκλογές και οι ευρωεκλογές, ενώ αναμένονται οι εθνικές εκλογές. Προσωπικά δεν θυμάμαι αν ποτέ μου άκουσα ή διάβασα στο σχολείο πως στην αθηναϊκή δημοκρατία κάθε φυλή εξέλεγε πενήντα αντιπροσώπους και πως κάθε μήνα κυβερνούσαν την πόλη οι αντιπρόσωποι μίας φυλής. Πως οι θέσεις εξουσίας ήταν περιορισμένου χρόνου ακριβώς για να μην τις ορέγονται ορισμένοι «επιρρεπείς» στην εξουσία. της Μαρίας Σούμπερτ «Μια ζαχαρένια συνταγή» ένα παραμύθι για τα προσφυγόπουλα, «Αστυπάλαια με λένε» για την μεταχείριση των γυναικών ως αντικείμενα και τώρα ένα παραμύθι για το περιβάλλον. Το «Φεγγάρι στα βαθιά» είναι το νέο βιβλίο της Φωτεινής Κωνσταντοπούλου, η οποία σε συνεργασία με το δήμο Αστυπάλαιας διοργάνωσε το 2ο Φεστιβάλ Παιδικού Βιβλίου Αστυπάλαιας, μέσα από τη δράση την οποία έχει ξεκινήσει «Τα βιβλία παίζει».
Το Θεαθήναι μίλησε με τη συγγραφέα, που θέλει να μεταδώσει την αγάπη της για τις λέξεις σε όλα τα παιδιά της χώρας, σε όσο απομακρυσμένες περιοχές κι αν μένουν, για το πώς ξεκίνησε να γράφει, τι την εμπνέει, αλλά και για το τελευταίο της βιβλίο. της Μαρίας Σούμπερτ Πώς βλέπει τους ενήλικες ένα παιδί;
Και γιατί είναι ο θείος Χάρης ο πιο αγαπημένος ενήλικας; Ο Σπύρος Γιαννακόπουλος συνεχίζει την σειρά του Άγη και του Χάρη που βιώνουν πραγματικά εξωφρενικές περιπέτειες. Στο τελευταίο του βιβλίο μάλιστα δεν βρίσκονται απλώς μέσα στο Κρατικό Θέατρο Ελλάδας, όπου ανεβαίνει η «Ναταλία» του Τρέχοφ, αλλά ο Άγης καταφέρνει να σταματήσει την ληστεία της τιάρας της μεγάλης ηθοποιού Μαρίας Μπάλλας, η οποία φυλάσσεται στο Μουσείο Θεάτρου και θα παραχωρηθεί για τις παραστάσεις της «Ναταλίας» στο πολυτάλαντο κεφάλι της πρωταγωνίστριας Λίνας Ζαφειροπούλου. Σνομπ και ψωνισμένες πρωταγωνίστριες, ύπουλοι ληστές, αργόσχολοι και ολίγον τι πανίβλακες αστυνομικοί και στη μέση ο Άγης και ο «ανώριμος και ανεύθυνος» θείος του Χάρης. Το σκηνικό δεν είναι άλλο από το σκηνικό ενός θεάτρου, αφού μια παιδική παράσταση δίνει την αφορμή να εμπλακεί ο Άγης –και δυστυχώς και ο Χάρης- σε όλη αυτή την περιπέτεια. της Μαρίας Σούμπερτ Τα τελευταία χρόνια έχει αναπτυχθεί η ανάγκη και επιθυμία για μια διαφορετική εκπαιδευτική προσέγγιση, που θα βασίζεται εξατομικευμένα στις ανάγκες και δεξιότητες κάθε μαθητή, που δεν τον εντάσσει και κατηγοριοποιεί βάση του μέσου όρου. Την περίοδο αυτή αναπτύχθηκε και η «Χαρισμάθεια», ένας μη κερδοσκοπικός οργανισμός με αυτό ακριβώς τον στόχο. Ο ιδρυτής της «Χαρισμάθειας» Αλέξανδρος Παπανδρέου μίλησε στο Θεαθήναι για την λειτουργία και το όραμα του οργανισμού, αλλά και για το βιβλίο τους “Out of the Box Challenge” το οποίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Παπαδόπουλος.
του Χρήστου Γκόντζου -Φίλε Χρυσόστομε! Με μεγάλη χαρά σε καλωσορίζω στην διαδικτυακή παρέα του ΘΕΑΘΗΝΑΙ. Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Εκδόθηκε πριν λίγους μήνες το πρώτο τεύχος ενός μουσικού περιοδικού που τιτλοφορείται "Κρυστάλλινη Φαρέτρα" και τώρα τυπώνεται και κυκλοφορεί το δεύτερο τεύχος. Τι σε οδήγησε στη σύλληψη και στην πραγμάτωση αυτού του εγχειρήματος; Χαίρετε! Ευχαριστώ την όμορφη παρέα σας που με προσκάλεσε. Η σύλληψη έγινε μια μέρα που ουσιαστικά άρχισα να ενοποιώ τα διαφορετικά κομμάτια του εαυτού μου σε κάτι ενιαίο. Μέσα σε αυτό το περιοδικό μπορούν να φιλοξενηθούν οι διαφορετικές μου πτυχές. Ήρθε ως φυσική ανάγκη. Δίψασα και έβαλα νερό στο ποτήρι. -Ποια είναι η πραμάτεια του περιοδικού και από τι αποτελείται το περιεχόμενο του; Προσωπική μου φιλοδοξία είναι να υπάρχουν κείμενα που καλύπτουν ευρύτατα τον προβληματισμό των μουσικών. Το περιοδικό έχει σκοπό να φιλοξενεί άρθρα ελεύθερης ανάπτυξης, επιστημονικά, παρτιτούρες καινούργιων έργων και ό,τι δομημένο μπορεί να φανταστεί κανείς. Αρκεί να φανταστεί. Βασικός μου προβληματισμός είναι πως πίσω από τη μουσική πράξη κρύβονται πάντοτε Ιδέες. Τολμώ να τις αναζητήσω. Θα έλεγε κανείς πως αναζητώ τον σύνδεσμο μεταξύ ιδέας και πράξης. Το φιλοσοφικό κομμάτι ίσως είναι αυτό που διατρέχει όλη την ύλη και ιδανικά θα ήθελα να είναι το ενοποιητικό στοιχείο. Είναι η δική μου πρόθεση και όχι οπωσδήποτε του εκάστοτε γράφοντα. Η σύλληψη είναι η εξής: τα διαφορετικά κομμάτια που θα συγκεντρωθούν μέσα σε αυτή την τράπεζα ιδεών θα έχουν τη δυνατότητα να δημιουργήσουν ένα «Συμπόσιο», έναν τόπο Διαλόγου, μια άλλη «Αγορά». Θα υπάρξουν κεντρικοί άξονες, γύρω από τους οποίους θα κινηθούμε, θεματικές οι οποίες θα επανέρχονται. Το εκπαιδευτικό ζήτημα στη μουσική, η επιστήμη πίσω από τη μουσική, το Λυρικό/Μουσικό Θέατρο και η ζύμωσή του με το κοινό της Ελλάδας, η μεταιχμιακή σχέση του Λόγιου και του Λαϊκού σε συνθέσεις και συνθέτες, και άλλα πολλά είναι ζητήματα που θα φανερώσει το περιοδικό. -Χρυσόστομε, σε ποιους απευθύνεται το περιεχόμενο ενός τέτοιου περιοδικού; Κατά κύριο λόγο απευθύνεται σε μουσικούς. Αυτό είναι άλλωστε και το εγχείρημα, η δημιουργία μιας πλατφόρμας επικοινωνίας μεταξύ των μουσικών, αρχικά στην Ελλάδα, χωρίς τα σύνορα να είναι περιοριστικά. Οι επαγγελματίες μουσικοί είναι ίσως αυτοί που έχουν να δώσουν την μεγαλύτερη τροφή μέσα από τα κείμενά τους, χωρίς να αναιρώ και να υποβιβάζω τη συνεισφορά ερασιτεχνών, που δεν βιοπορίζονται δηλαδή από τη Μουσική. Εάν θέλαμε να ονοματίσω την ομάδα αναφοράς, θα έλεγα πως το περιοδικό απευθύνεται σε όσους έχουν τη Μουσική στο κέντρο τους. της Μαρίας Σούμπερτ Πολλές φορές αργούμε να βρούμε το δρόμο μας στη ζωή, αλλά ποτέ δεν είναι αργά! Και ίσως αυτό να είναι ένα από τα πιο απενοχοποιητικά και ανακουφιστικά πράγματα που θα μπορούσε να πει κανείς σε έναν έφηβο που αυτή την περίοδο ετοιμάζεται να δώσει Πανελλήνιες, όπου καλείται στην ηλικία των 17-18 χρόνων να ξέρει τι θέλει να κάνει, τι θέλει να γίνει.
Ο μουσικοπαιδαγωγός Γιώργος Σακελλαρίδης έκανε την δική του στροφή στην επαγγελματική του καριέρα στα 37 του χρόνια. Εγώ άλλαξα επαγγελματικό αντικείμενο στα 34. Και μη νομίζετε πως αυτό είναι εύκολο. Μια νέα εκπαίδευση, να ξεκινάς από το μηδέν και να χτίζεις ξανά μια επαγγελματική ταυτότητα είναι μια δύσκολη πορεία. Όταν όμως η πορεία αυτή γεμίζει μουσική και παιδιά, δεν μπορεί παρά να είναι δημιουργική. Το Θεαθήναι συνάντησε τον Γιώργο Σακελλαρίδη και τον ρώτησε πώς ξεκίνησε να γράφει βιβλία για παιδιά, τι τον εμπνέει και τι τον δυσκολεύει, ζητώντάς του να μας μιλήσει περισσότερο για το τελευταίο του μουσικό βιβλίο «Μπαλόνι σ’ αγαπώ» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Διάπλαση, σε εικονογράφηση Ναταλίας Καπατσούλια. της Μαρίας Σούμπερτ Ο κύριος Ευτύχης πρέπει να είναι μάγος. Καταρχήν μπορεί να φέρει χιόνι. Και κατά δεύτερον μπορεί να φέρει το χιόνι και στην Άννα που δεν μπορεί να περπατήσει και δεν έχει πρόσβαση σε αναπηρικό αμαξίδιο.
Ο κύριος Ευτύχης είναι σίγουρα μάγος. Αυτό τουλάχιστον πιστεύουν τα παιδιά της οδού Ελπίδας, που μετά τα «μαγικά» του βγήκαν να παίξουν χιονοπόλεμο, αλλά και που κατάφεραν να βγάλουν την Άννα από το σπίτι της για να παίξει κι εκείνη. Τι δημιουργεί όμως τη μαγεία; Είναι η τέχνη της ψευδαίσθησης; Οι κινήσεις που είναι πιο γρήγορες από το μάτι; Είναι αυτό το σκοτεινό πράγμα που φοβούνταν οι άνθρωποι στο Μεσαίωνα; Τι είναι επιτέλους μαγεία σήμερα; της Μαρίας Σούμπερτ Δύσκολο να είσαι σκιάχτρο. Είσαι εξορισμού άσχημος, τρομακτικός και πολύ μοναχικός. Είσαι κολλημένος σε ένα σημείο και η μόνη σου υποχρέωση είναι να παλεύεις καθημερινά με τα πουλιά που θέλουν να φάνε τα φρούτα και τα λαχανικά. Το ότι καλείσαι να ομοιάζεις σε άνθρωπο για να σε φοβούνται τα πτηνά, λέει σίγουρα κάτι και για τους ανθρώπους, αλλά αυτό ίσως μας απασχολήσει σε κάποιο άλλο κείμενο.
Έτσι και ο Σιγανός, της Ελένης Μπετεινάκη. Σκιάχτρο ήτανε και σαν σκιάχτρο του συμπεριφέρονταν. Μονάχα τα ουράνια σώματα τον έβλεπαν διαφορετικό, ο ήλιος και το φεγγάρι, γιατί τα λαχανικά του περιβολιού τον υποτιμούν συνεχώς. Σιγά και τη δουλειά που κάνει! του Χρήστου Γκόντζου φωτογραφίες Σέβη Τσώνη Αγαπητέ Λευτέρη σε καλωσορίζω στην μεγάλη καλλιτεχνική παρέα του Θεαθήναι. Η πρώτη απορία που μου έρχεται φυσικά στο μυαλό έχει την αφετηρία της λίγα χρόνια πίσω μας. Σπούδασες στην ανώτερη δραματική σχολή Βεάκη στην Αθήνα, καθώς και στο Εθνικό και Ορφείο ωδείο... Τι ήταν αυτό που σε έκανε να πάρεις την γενναία απόφαση να σπουδάσεις παράλληλα δυο κλάδους της τέχνης και μάλιστα σε τόσο απαιτητικά ιδρύματα με υψηλά στάνταρς και μεγάλο φόρτο εργασίας από μεριάς σου;
Σε ευχαριστώ για την πρόσκληση και τη φιλοξενία στο Θεαθήναι! Μεγάλη μου χαρά! Η παιδική και η εφηβική μου ηλικία καθόρισε από σχετικά νωρίς αυτό που ήθελα να κάνω. Μεγάλωσα στη Χίο σε ένα καλλιτεχνικό οικογενειακό περιβάλλον, με μητέρα μουσικό και ο πατέρα ζωγράφο. Η μουσική κάλυπτε πάντα τις εσωτερικές ανάγκες έκφρασής μου και με οδηγούσε στην μοχαχικότητα, που παντα μου άρεσε και που είχα και εχω πάντα ανάγκη. Το διαρκές χιούμορ στο σχολείο και οπουδήποτε βρισκόμουν, οδηγούσαν σε μια άλλη πλευρά έκφρασης, την θεατρική. Σατίριζα κάθετι, κάθε στιγμή. Η επιτυχία μιας μαθητικής θεατρικής παράστασης στην Β' Λυκείου με έκανε να συμπληρώσω στο πρώτο μου "θέλω" της σύνθεσης, καί ένα δεύτερο, αυτό της υποκριτικής. Τα "θέλω" μου με έσπρωξαν σε αυτήν την απόφαση. της Μαρίας Σούμπερτ Ελάχιστες είναι οι γυναίκες που από τα χρόνια της αρχαιότητας έχουν ξεχωρίσει μέσα στις σελίδες της ιστορίες. Βασίλισσες όπως η Κλεοπάτρα και η Ζηνοβία, μαθηματικοί και φιλόσοφοι όπως η Υπατία, γυναίκες που έζησαν στις χώρες που σήμερα κρίνονται δέσμιες μιας οπισθοδρομικής κουλτούρας και φιλοσοφίας που υποτιμά την γυναικεία φύση.
Η Ζηνοβία, βασίλισσα της Παλμύρας, της πόλης που κατέστρεψε ο φανατικός στρατός του ISIS το 2017, έζησε τον 3ο αιώνα μ.Χ. και βασίλευσε μετά την δολοφονία του συζύγου της βασιλιά Οδαίναθου και του πρωτότοκου γιου του. Στα χρόνια της βασιλείας της η Παλμύρα αναπτύχθηκε όχι μόνο εμπορικά, αλλά και πολιτιστικά συγκεντρώνοντας γύρω της σημαντικούς φιλοσόφους και καλλιτέχνες. Αυτό που στα χρόνια της φεουδαρχίας στις αρχές του Μεσαίωνα θα γίνει κοινή πρακτική στη Δύση, οι αρχόντισσες δηλαδή των πύργων να συγκεντρώνουν τους καλλιτέχνες γύρω τους, η Ζηνοβία το έχει ήδη επιτύχει. της Μαρίας Σούμπερτ Ένα θέμα που με απασχολεί τον τελευταίο καιρό είναι για ποιο λόγο η παιδική λογοτεχνία, ενώ ξεκινάει τόσο δημιουργικά στα μεγάλα εικονογραφημένα βιβλία, μοιάζει να προσκολλάται στην καθημερινότητα και την κυριολεξία από την στιγμή που το παιδί αρχίζει να διαβάζει μόνο του. Φαίνεται σαν την στιγμή που στη ζωή του παιδιού –ως μαθητή πλέον- μπαίνει ο χάρακας και ο διαβήτης, να διακόπτεται απότομα και η επαφή με τον μαγικό κόσμο της φαντασίας, και οι θεματικές των βιβλίων να περιορίζονται σε ζητήματα αξιών και συμπεριφοράς με ένα υπερβολικά κυριολεκτικό χαρακτήρα.
της Μαρίας Σούμπερτ Ένα διαφορετικό πρόσωπο επιλέξαμε αυτή την εβδομάδα για τη στήλη μας και ο λόγος δόθηκε στην συγγραφέα, σκηνοθέτη, ηθοποιό και στιχουργό Κέλλυ Σταμουλάκη. Συνδυάζοντας το παραμύθι με το θέατρο, εμπνεόμενη από τα κλασικά παραμύθια, αλλά και την σύγχρονη πραγματικότητα, η Κέλλυ Σταμουλάκη ιδρύει το 2002 τον θίασο «Αβάντι» και ανεβάζει θεατρικά έργα για παιδιά με την συμμετοχή γνωστών ηθοποιών και μουσικών.
Σπούδασε θεάτρο στις σχολές Βεάκη και Χατζίκου και σκηνοθεσία κινηματογράφου στο New York College. Αυτή την περίοδο ανεβαίνει στο θέατρο Ήβη το τελευταίο της παραμύθι «Το πιο τρελό τριήμερο». Με αφορμή αυτό, την ρωτήσαμε πώς ξεκίνησε να γράφει, τι την εμπνέει και πώς οδηγήθηκε στα μονοπάτια της ζωής της. της Μαρίας Σούμπερτ «Τα λόγια είναι περιττά» τραγουδούσαν η Μαρινέλλα με τον Βοσκόπουλο, στην περίπτωση όμως του Φραντζ Κλάφτα τα λόγια είναι μια υπερτιμημένη μπούρδα –για αυτό και ανακαλύπτει το υπέρτατο δημιούργημα στο λευκό βιβλίο. Ένα βιβλίο που αποστερημένο των άχρηστων λέξεων συμπυκνώνει όλη την σοφία και φιλοσοφία του κόσμου. Γι’ αυτό και γίνεται ανάρπαστο.
Είναι γεγονός πως ως κοινό –και δη ως αναγνωστικό κοινό- αναζητούμε την καινοτομία και την φιλοσοφικότητα στο έργο ενός συγγραφέα. Όταν λοιπόν εμφανίζεται μια προσωπικότητα τόσο τεράστια όσο ο Φραντζ Κλάφτα, δεν θα μπορούσαμε να μην του ζητήσουμε μια συνέντευξη. Στην αρχαιότητα, δίπλα στα μεγάλα θέατρα βρίσκονταν και τα Ασκληπιεία, τα αρχαία θεραπευτήρια, οι τρόφιμοι των οποίων χρησιμοποιούσαν το θέατρο για θεραπευτικούς σκοπούς. Από τότε έχουν περάσει χιλιάδες χρόνια η ιατρική έχει εξελιχθεί, το θέατρο έχει αναπτυχθεί, αλλά και πάλι συναντιούνται στον χώρο της υγείας. Συναντιούνται ήδη από τη δεκαετία του ’60 όταν στην Ευρώπη και την Αμερική αναπτύχθηκε μια νέα ψυχοθεραπευτική μέθοδος που βοηθούσε τους θεραπευόμενους να διαχειριστούν τα προβλήματά τους χρησιμοποιώντας τεχνικές βασισμένες στο θέατρο. Αναπτύσσεται όμως και σήμερα, όταν το Δημοτικό Θέατρο Πειραιά, επιλέγει να συνεργαστεί με την ηθοποιό Αγγελική Φράγκου σε μια παράσταση η οποία επισκέπτεται το κοινό της στα νοσοκομεία της Αττικής.
Και επειδή και εμείς πιστεύουμε πως το θέατρο λειτουργεί θεραπευτικά, τόσο ως θέαση, όσο και ως συμμετοχή με τα θεατρικά παιχνίδια, μιλήσαμε μαζί της και της ζητήσαμε να μας περιγράψει την εμπειρία της. |
ΧΟΡΗΓΟΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ
ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ
ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ This section will not be visible in live published website. Below are your current settings: Current Number Of Columns are = 2 Expand Posts Area = Gap/Space Between Posts = 10px Blog Post Style = card Use of custom card colors instead of default colors = Blog Post Card Background Color = current color Blog Post Card Shadow Color = current color Blog Post Card Border Color = current color Publish the website and visit your blog page to see the results Archives
March 2024
|
Αλκίφρονος 3 - Κάτω Πετράλωνα
Αθήνα Τ.Κ. : 11835
csmediagr0@gmail.com
theathinaiart@gmail.com
www.theathinaiart.com
Όροι χρήσης: Με βάση το Ν. 2121/93 περί μη αναδημοσιεύσιμου μέρους ή όλου του κειμένου
χωρίς άδεια του υπογράφοντος