της Γεωργίας Τσούρου «Άκληρος, - η, – ο: επίθετο, αυτός/αυτή που δεν έχει παιδιά.» Αυτός που ζει με τον φόβο ότι η επόμενη γενιά δεν θα τον θυμάται, ότι δεν θα υπάρξει ένα στόμα να αναπαράγει τις ιστορίες και τα κατορθώματά του, κι αυτή την θαυμάσια κατάρρευση που μόνο ένας πραγματικά δραματικός έρωτας χωρίς ανταπόκριση - μάλλον ένας μόνο στη ζωή του καθενός μας - μπορεί να προκαλέσει. Μοναδικό αντίδοτο στην ανθρώπινη κατάσταση είναι η υστεροφημία: Είναι ο λόγος για τον οποίο κάποιοι ψυχαναγκαστικά εξοφλούν τους λογαριασμούς τους και τακτοποιούν τα συρτάρια τους πριν επιβιβαστούν στο αεροπλάνο και άλλοι γεμίζουν τον σπίτι τους με παιδιά. Είναι και η κινητήριος δύναμη πίσω από κάθε μορφή τέχνης: να προλάβω να πω την ιστορία μου, να προλάβω να ακουστώ, πριν σωπάσω για πάντα. Κυκλοφορεί η αντίληψη ότι το happy end κάθε μεγάλου έρωτα είναι ο γάμος και η τεκνοποίηση. Η σύγχρονη pop τέχνη είναι πανταχού παρούσα έτοιμη να ενισχύσει αυτή την υπόθεση, με τραγούδια, ταινίες και βιβλία που στρατεύονται να μας πείσουν πως το ανεκπλήρωτο είναι η απειλή: της ευτυχίας μας, της ολοκλήρωσης και τελικώς της υστεροφημίας μας. Ελάχιστα τα αντίθετα δείγματα, σαν έρημη από ομπρέλες και τάπερ παραλία του Αυγούστου. Το βιβλίο «ΜΕΣΗΜΕΡΙ ΣΤΟ ΠΑΡΙΣΙ, ΠΡΩΙ ΣΤΟ ΣΙΚΑΓΟ» είναι ένα από αυτά.
Το 1947, η Σιμόν Ντε Μπωβουάρ γνώρισε και ερωτεύτηκε τον Νέλσον Όλγκριν. Εκείνη Γαλλίδα, εκείνος Αμερικάνος, κι οι δύο συγγραφείς, κι οι δύο απροετοίμαστοι για αυτό που τους βρήκε. Αγαπήθηκαν απόλυτα και επίμονα, περικλείοντας το ανεκπλήρωτο που τους όριζε, αρχικά μόνο λόγω απόστασης. Εκείνη μόνιμη κάτοικος Παρισίου, αφοσιωμένη σύντροφος και συνεργάτης του Ζαν Πωλ Σαρτρ, με εμμονή για την δουλειά της, και εντελώς ανίκανη να αντιληφθεί ότι η θυσία του έρωτα στο βωμό αυτής σημαίνει απλούστατα ότι ο έρωτας είναι δευτερεύουσας σημασίας - ή έστω, ότι στα μάτια του άλλου μόνο έτσι μπορεί να φαίνεται. Εκείνος μόνιμος κάτοικος Σικάγου, μποέμ, μποξέρ, τζογαδόρος, γραφιάς και ποιητής, καταναλωτής γυναικείου θαυμασμού και έρωτος, πέφτει στα νύχια της τρελής «βατραχίνας» και βγαίνει δια παντός από τα νερά του. Μαζί ταξιδεύουν πολύ, ο ένας στην πόλη του άλλου αλλά και σε ξένους τόπους, ζουν μνημειώδεις στιγμές, γράφουν επί εβδομάδες σε διπλανά δωμάτια, τρώνε, πίνουν ουίσκι και μπύρες, κάνουν έρωτα, αλληλογραφούν και όσο τα χρόνια περνούν, πετούν ο ένας στον άλλο, σε ένα παρανοϊκό παιχνίδι τένις, το μπαλάκι της ευθύνης για το ότι δεν ζουν τον έρωτά τους όπως θα ήθελαν. Τη μια χρονιά φταίει εκείνος, που είναι ψυχρός μαζί της και προσποιείται τον αφοσιωμένο στη δουλειά του, την επόμενη εκείνη θα του πει ψέματα για την πραγματική διάρκεια της παραμονής της στο Σικάγο και θα φύγει απ΄ το πλάι του για να τρέξει στον Σαρτρ πολλές εβδομάδες πριν από το προσυμφωνημένο. Ξανά και ξανά θα καταφύγουν ο ένας στην παρηγοριά του άλλου, κάθε φορά όμως θα είναι και λίγο λιγότερο καλή από την προηγούμενη, κάθε φορά θα είναι ένα βήμα πιο κοντά στην αποτυχία, μια κατάσταση στην οποία έχουν και οι δύο επιφανείς συγγραφείς, αλλεργία. «Ακόμα κι εδώ, μαζί με τον Σαρτρ, είχε ανάγκη να πάρει ένα γράμμα από το Σικάγο. Η διάψευση την έκανε να κλαίει και υποχρέωνε τον Σαρτρ να της τρίβει την πλάτη επί μισή ώρα. Στην Καζαμπλάνκα όμως ήρθε ένα γράμμα. Έσκισε την άκρη του φακέλου και έβγαλε από μέσα ένα απόκομμα εφημερίδας και ένα κίτρινο φύλο χαρτί. Ο Νέλσον, χαμογελώντας στραβά, δεχόταν τον ασπασμό της κυρίας Έλινορ Ρούζβελτ στο μάγουλο. Της έγραφε για το Εθνικό Βραβείο Βιβλίου με το συνηθισμένο ύφος του, προσποιούμενος ότι δεν νοιάζεται, ενώ της ανέφερε πάλι εκείνη την πουτανίτσα. Δεν έγραφε τίποτα για το σπίτι στην Ιντιάνα, αν το είχε ήδη νοικιάσει και αν περίμενε με ανυπομονησία να μείνουν εκεί μαζί. Θα έπρεπε να τα έγραφε αυτά τα πράγματα σε ένα γράμμα. Θα έπρεπε να τα έγραφε. Χάιδεψε ελαφρά με το δάχτυλό της τη φωτογραφία για να μην την μουτζουρώσει και έβαλε τα γέλια. Για και στιγμή της πέρασε από το νου ότι θα ήθελε να ήταν η Έλινορ Ρούζβελτ και ότι ζήλευε την Έλινορ Ρούζβελτ.» Από κοινού η Σιμόν και ο Νέλσον, σαν αφελείς αλλά επίμονοι γονείς, θα ταΐσουν επί χρόνια το τέρας της ανασφάλειας, της ζήλιας και του εγωϊσμού, το αναπόφευκτο τέκνο τους, που λίγο πριν το τέλος θα έχει πια μεγαλώσει αρκετά ώστε να τους καταπιεί. Οι δυο εραστές ξεβράζονται στο τέλος της ιστορίας τους, ύστερα από χρόνια και χρόνια έρωτα, μονάχοι, με το ανεκπλήρωτο αγκαλιά, τις ευθύνες του καθενός και μια αμυδρή αντιπάθεια ο ένας για τον άλλον. Και το δίδαγμα της ιστορίας τους, για εμάς που την διαβάζουμε πάνω από μισό αιώνα μετά, είναι ότι η ομορφιά υπάρχει ακόμα και στην ατέλεια και ότι κανένας συγγραφέας και κανένας ποιητής δεν πέθανε ποτέ άκληρος. ---------------------------------------------------------------------------------------------------- ΜΕΣΗΜΕΡΙ ΣΤΟ ΠΑΡΙΣΙ, ΠΡΩΙ ΣΤΟ ΣΙΚΑΓΟ DOUGLAS COWIE ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΡΙΤΙΚΗ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΘΩΜΑΣ ΣΚΑΣΣΗΣ ISBN 978 960 586 240 4 Comments are closed.
|
ΧΟΡΗΓΟΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ
ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ
ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ This section will not be visible in live published website. Below are your current settings: Current Number Of Columns are = 2 Expand Posts Area = Gap/Space Between Posts = 10px Blog Post Style = card Use of custom card colors instead of default colors = Blog Post Card Background Color = current color Blog Post Card Shadow Color = current color Blog Post Card Border Color = current color Publish the website and visit your blog page to see the results Archives
July 2024
|
Αλκίφρονος 3 - Κάτω Πετράλωνα
Αθήνα Τ.Κ. : 11835
[email protected]
[email protected]
www.theathinaiart.com
Όροι χρήσης: Με βάση το Ν. 2121/93 περί μη αναδημοσιεύσιμου μέρους ή όλου του κειμένου
χωρίς άδεια του υπογράφοντος